Η Μόσχα καταφέρνει να παρακάμψει το ανώτατο όριο της τιμής του πετρελαίου που όρισε η ομάδα των G-7, μεταφέροντας αργό πετρέλαιο με έναν στόλο γηρασμένων δεξαμενόπλοιων στα οποία οι κυρώσεις δεν… φθάνουν, όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η WSJ.
Το ανώτατο όριο τιμής στο ρωσικό πετρέλαιο που αποφάσισαν η ομάδα των επτα πλουσιότερων κρατών και στόχευε να περιορίσει τις πολεμικές δαπάνες της Μόσχας, μέσω της μείωσης των ρωσικών εσόδων, χάνει ολοένα και περισσότερο την επίδρασή του και αυτο φαίνεται απο τα στοιχεία: Τα έσοδα από φόρους πετρελαίου και φυσικού αερίου στον ρωσικό προϋπολογισμό τον Οκτώβριο υπερδιπλασιάστηκαν από τον Σεπτέμβριο και αυξήθηκαν κατά περισσότερο από ένα τέταρτο σε σχέση με τον ίδιο μήνα πέρυσι, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή. Αυτό αντιπροσωπεύει μια ραγδαία ανάκαμψη από την αρχή του έτους, όταν τα ενεργειακά έσοδα είχαν υποχώρησει.
Το ανώτατο όριο τιμής, που επιβλήθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο, υποτίθεται ότι θα επιτύγχανε εναν διπλο στόχο: διασφάλιση της ροής του ρωσικού αργού στις παγκόσμιες αγορές, διατηρώντας έτσι τις τιμές της βενζίνης χαμηλά και παράλληλα μειώση των έσοδων της Μόσχας για κάθε βαρέλι που πουλάει.
Ο πόλεμος
Αν και αρχικά οι κυρώσεις λειτούργησαν σε μεγάλο βαθμό όπως αναμενόταν, η Μόσχα βρήκε τρόπους για να τις παρακάμψει, μεταφέροντας πετρέλαιο σε έναν στόλο γηρασμένων δεξαμενόπλοιων στα οποία οι κυρώσεις έχουν περιορισμένη εφαρμογή. Η έκπτωση στην οποία πουλά το πετρέλαιο της σε σχέση με τις παγκόσμιες τιμές έχει συρρικνωθεί, γεγονός που ενισχύει τη Ρωσία και τον πολέμο που διεξάγει.
Η απόφαση των G-7 για το ανώτατο όριο τιμής θα μπορούσε να λειτουργεί επιτρέποντας στις δυτικές εταιρείες να μεταφέρουν, να εμπορεύονται ή να ασφαλίζουν ρωσικό πετρέλαιο μόνο εάν πωλείται στα 60 δολάρια το βαρέλι ή κάτω, διαφορετικά αντιμετωπίζουν κυρώσεις από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της. Οι ρωσικές εταιρείες πετρελαίου και οι εμπορικοί τους εταίροι απάντησαν συναρμολογώντας το δικό τους ναυτιλιακό δίκτυο.
Σύμφωνα με έρευνα της Σχολής Οικονομικών Επιστημών του Κιέβου, η Ρωσία είχε έναν σκιώδη στόλο που μετέφερε πετρέλαιο και προϊόντα πετρελαίου από ρωσικά λιμάνια αποτελούμενο από 180 δεξαμενόπλοια από τον Σεπτέμβριο. Οι μεγαλύτεροι πελάτες της, η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία, δεν τηρούν το ανώτατο όριο των δυτικών τιμών. Επί του παρόντος, περισσότερες από τις μισές εξαγωγές αργού πετρελαίου της Ρωσίας αποστέλλονται με ασφάλιση εκτός G-7, από περίπου 35% τον Ιανουάριο, σύμφωνα με στοιχεία της S&P Global.
Με μεγάλο μέρος του ρωσικού εμπορίου πετρελαίου να γίνεται πλέον εκτός της δικαιοδοσίας τους, οι Η.Π.Α. και οι σύμμαχοί τους συζητούν επίσης τρόπους να καταστήσουν πιο δαπανηρή για τη Ρωσία την ανάπτυξη και τη λειτουργία του στολίσκου πλοίων που χρησιμοποιεί για να παρακάμψει τις κυρώσεις . Παράλληλα, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης διεξάγει μια ευρεία προσπάθεια για να πατάξει τις παραβιάσεις των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί .
Το ανώτατο όριο είναι ανεφάρμοστο
Το μέγεθος του ναυτιλιακού στόλου που διαθέτει η Ρωσία έχει εξασφαλίσει ότι οι περισσότερες από τις εξαγωγές της δεν υπόκεινται σε ανώτατο όριο, λένε ορισμένοι αναλυτές. «Το ανώτατο όριο τιμής λειτούργησε όπως είχε σχεδιαστεί, αλλά τώρα είναι ξεπερασμένο», δήλωσε η Natasha Kaneva, επικεφαλής στρατηγικής εμπορευμάτων στην JPMorgan Chase. Η πρόσφατη εισροή εσόδων από το πετρέλαιο συμβάλλει στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος της Ρωσίας. Οι οικονομολόγοι πιστεύουν τώρα ότι είναι πιθανό η κυβέρνηση να πετύχει τον στόχο για έλλειμμα 2% του ΑΕΠ. Την άνοιξη, ορισμένοι οικονομολόγοι ανέμεναν έλλειμμα έως και 5% έως 6% φέτος.
Η μείωση του ελλείμματος μειώνει εν μέρει την πίεση στις χρηματοδοτικές απαιτήσεις της κυβέρνησης, περιορίζοντας την ανάγκη εξάντλησης των αποταμιεύσεων και έκδοσης ακριβών ομολόγων. Καθώς οι εξαγωγές αυξάνονται, η βελτίωση της εμπορικής θέσης της Ρωσίας συμβάλλει στη μείωση της πτωτικής πίεσης στο ρούβλι, το οποίο έχει σταθεροποιηθεί έναντι του δολαρίου τις τελευταίες εβδομάδες.
Η άνοδος των τιμών του ρωσικού πετρελαίου υποδηλώνει ότι το ανώτατο όριο είναι όλο και πιο ανεφάρμοστο, ανέφερε η Παγκόσμια Τράπεζα σε πρόσφατη έκθεση η οποία πάντως, όπως και αρκετοι οικονομολογοι, υποστηρίζουν πως η εξέλιξη αυτη βοηθά τη Μόσχα να χρηματοδοτήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία και να στηρίξει την οικονομία της που έχει πληγεί από τις κυρώσεις.
Την επόμενη χρονιά η κυβέρνηση σχεδιάζει να αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες κατά σχεδόν 70% σε μετασοβιετικό ρεκόρ άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
«Φαίνεται ότι τα απροσδόκητα ενεργειακά κέρδη θα επιτρέψουν στην κυβέρνηση να εντείνει τις πολεμικές της προσπάθειες χωρίς πρόσθετες χρηματοδοτικές πιέσεις», δήλωσε ο Liam Peach, ανώτερος οικονομολόγος αναδυόμενων αγορών στην Capital Economics.Οι Ρώσοι αξιωματούχοι κάνουν ήδη έναν γύρο νίκης. «Ελπίζω ότι τώρα όλοι είναι πεπεισμένοι ότι το εργαλείο που κατασκεύασε η ομάδα των των G-7 είναι απλώς αναποτελεσματικό και οι τελικοί καταναλωτές υποφέρουν από αυτό», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Αλεξάντερ Νόβακ τον Οκτώβριο, σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων Interfax.
Ακόμη και με τα ρωσικά έσοδα να αυξάνονται ξανά, αξιωματούχοι του Υπουργείου Οικονομικών υποστηρίζουν ότι το ανώτατο όριο τιμής έχει εκτρέψει τους πόρους από την πολεμική προσπάθεια της Μόσχας, αναγκάζοντας τη Ρωσία να δημιουργήσει τη δική της ναυτιλιακή υποδομή εκτός του δικτύου των δυτικών κυρώσεων.