Ανησυχία προκαλούν οι τιμές των ειδών πρώτης ανάγκης και στην Σουηδία, καθώς σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, το ετήσιο κόστος διατροφής μιας οικογένειας έχει αυξηθεί έως και 30.000 κορώνες από τον Ιανουάριο του 2022. Ένα πακέτο καφέ αναμένεται σύντομα να φτάσει το συμβολικό όριο των 100 κορώνων.
Πρόκειται για αύξηση μεγαλύτερη από το ένα τέταρτο από τις αρχές του περασμένου έτους, σύμφωνα με την κυβερνητική υπηρεσία Statistics Sweden.
Μποϊκοτάζ στα μεγάλα σούπερ μάρκετ στην Σουηδία
Την περασμένη εβδομάδα, μετά τη μεγαλύτερη αύξηση των τιμών των τροφίμων εδώ και δύο χρόνια τον Φεβρουάριο, χιλιάδες άνθρωποι σε όλη τη Σουηδία αποφάσισαν να δείξουν την ενόχλησή τους μποϊκοτάροντας τα μεγαλύτερα σούπερ μάρκετ της χώρας για επτά ημέρες από την περασμένη Δευτέρα.
Με τη βοήθεια των viral αναρτήσεων στο TikTok και το Instagram, η εκστρατεία έγινε εθνικό θέμα συζήτησης και πολιτικό σημείο ανάφλεξης, υποστηρίζει δημοσίευμα του Guardian.
Οι διαδηλωτές κατηγορούν για την αύξηση των τιμών το «ολιγοπώλιο» των σούπερ μάρκετ και των μεγάλων παραγωγών που δίνουν προτεραιότητα στα κέρδη τους έναντι των πελατών και την έλλειψη ανταγωνισμού μεταξύ των εταιρειών. Όμως τα σούπερ μάρκετ τα «ρίχνουν» σε εξωτερικά προβλήματα, όπως ο πόλεμος, η γεωπολιτική, οι τιμές των εμπορευμάτων, οι συγκομιδές και η κλιματική κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Πρόκειται για μία από τις πολλές διαμαρτυρίες για το κόστος ζωής που εκτυλίχθηκαν σε όλη την Ευρώπη τις τελευταίες εβδομάδες. Οι αγοραστές στη Βουλγαρία μποϊκοτάρισαν μεγάλες αλυσίδες λιανικής και σούπερ μάρκετ τον περασμένο μήνα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την αύξηση των τιμών των τροφίμων, γεγονός που φέρεται να οδήγησε σε πτώση του τζίρου κατά σχεδόν 30%. Τον Ιανουάριο, ένα μποϊκοτάζ στην Κροατία επεκτάθηκε στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο και τη Σερβία.
«Δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε»
Η σουηδική πρωτοβουλία διαμαρτυρίας, «Bojkotta vecka 12» (εβδομάδα μποϊκοτάζ 12, που ονομάστηκε έτσι επειδή πραγματοποιήθηκε τη 12η εβδομάδα του ημερολογιακού έτους), ζήτησε από τους καταναλωτές να σταματήσουν να ψωνίζουν σε μεγάλα καταστήματα τροφίμων, όπως τα Lidl, Hemköp, Ica, Coop και Willys, για να διαμαρτυρηθούν για την αύξηση των τιμών.
«Δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε, αλλά τα πάντα να κερδίσουμε», ανέφεραν αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Οι τιμές των τροφίμων έχουν ξεφύγει, ενώ οι διατροφικοί κολοσσοί και οι μεγάλοι παραγωγοί βγάζουν δισεκατομμύρια κέρδη εις βάρος μας».
Από όλα τα τρόφιμα, οι τιμές της σοκολάτας αυξήθηκαν περισσότερο τον περασμένο μήνα, καθώς αυξήθηκαν κατά 9,2% σύμφωνα με τον ιστότοπο παρακολούθησης Matpriskollen. Οι τιμές των μαγειρικών λιπών αυξήθηκαν κατά 7,2% και των τυριών κατά 6,4%. Το γάλα και η κρέμα γάλακτος αυξήθηκαν κατά 5,4%.
Ωστόσο, δεν έχουν πειστεί όλοι από τα πλεονεκτήματα της επταήμερης δράσης.
Το μποϊκοτάζ ως πράξη αλληλεγγύης
Αν και η Σάντρα Γκούσταβσον, 34 ετών, έχει παρατηρήσει την αύξηση του κόστους των τροφίμων, είναι περισσότερο υπέρ μιας πλήρους αναθεώρησης των συνηθειών αγορών – όπως η χρήση ενός «δακτυλίου reko». Πρόκειται για έναν τρόπο αγοράς προϊόντων τοπικής παραγωγής χωρίς μεσάζοντες.
«Από την εποχή του κορονοϊού νιώθω ότι οι τιμές των τροφίμων απλώς ανεβαίνουν, ανεβαίνουν, ανεβαίνουν», δήλωσε η Γκούσταβσον, η οποία εργάζεται ως επικεφαλής επιχειρήσεων και ζει στο Γκέτεμποργκ. «Μια εβδομάδα [μποϊκοτάζ] είναι καλή γιατί ξεκινάει μια συζήτηση», πρόσθεσε. «Αλλά κατά τα άλλα δεν νομίζω ότι έχει κάποιο αποτέλεσμα».
Η Φιλίπα Λιντ, ηγετική φυσιογνωμία του μποϊκοτάζ, δήλωσε ότι η συζήτηση για τη δράση – υπέρ και κατά – ήταν παντού. Η Λιντ, φοιτήτρια από το Μάλμε, δήλωσε ότι το κάνει τόσο ως άτομο που επηρεάζεται από τις «παράλογα υψηλές τιμές» όσο και ως «πράξη αλληλεγγύης για τους άλλους».
Καλώντας την κυβέρνηση να δράσει, είπε: «Οι πολιτικοί πρέπει να παρέμβουν και να διαλύσουν αυτό το ολιγοπώλιο που προκαλεί υψηλές τιμές λόγω της έλλειψης ανταγωνισμού μεταξύ των εταιρειών παντοπωλείου».
Τώρα σκοπεύουν να συνεχίσουν τη διαμαρτυρία τους με μποϊκοτάζ τριών εβδομάδων της Ica, η οποία είναι η κορυφαία εταιρεία λιανικής πώλησης ειδών παντοπωλείου στη Σουηδία με μερίδιο περίπου το ένα τρίτο της αγοράς, και της γαλακτοβιομηχανίας Arla. Μετά από αυτό, λένε, θα προσθέσουν κι άλλες εταιρείες στη λίστα του μποϊκοτάζ.
«Ελπίζω ότι θα οδηγήσει σε πολιτική δράση που θα μειώσει επ’ αόριστον τις τιμές στα βασικά αγαθά», δήλωσε η Λιντ.
Οι πολιτικές συζητήσεις για τον πληθωρισμό
Κατηγορώντας την κεντροδεξιά κυβέρνηση συνασπισμού υπό την ηγεσία του μετριοπαθούς κόμματος για αδράνεια, ο εκπρόσωπος των Σοσιαλδημοκρατών για θέματα οικονομίας, Μίκαελ Ντάμπεργκ, δήλωσε στο κοινοβούλιο την Τρίτη: «Στη Σουηδία σήμερα, οι απλές οικογένειες αδειάζουν τους λογαριασμούς αποταμίευσης και δανείζονται χρήματα για να τα βγάλουν πέρα στην καθημερινή ζωή».
Σε απάντηση, η υπουργός Οικονομικών, Ελίζαμπεθ Σβάντεσον, δήλωσε ότι ο πληθωρισμός έχει μειωθεί από την ανάληψη των καθηκόντων της κυβέρνησης το 2022, όταν ήταν περίπου 10%. Τον Φεβρουάριο του 2025, ο πληθωρισμός ήταν 1,3% – από 0,6% τον Ιανουάριο.
Όμως, αναγνώρισε ότι οι τιμές των τροφίμων εξακολουθούν να είναι υψηλές. «Είναι σημαντικό να στηρίξουμε αυτούς που αντιμετωπίζουν την μεγαλύτερη δυσκολία», είπε. «Είναι επίσης σημαντικό τώρα να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για τις τιμές των τροφίμων».
Ο υπουργός Αγροτικών Υποθέσεων, Πίτερ Κούλγκρεν, δήλωσε ότι οι αυξήσεις των τιμών προκλήθηκαν κυρίως από διεθνείς παράγοντες, όπως οι υψηλότερες τιμές των πρώτων υλών λόγω των αποτυχιών στις καλλιέργειες, αλλά δήλωσε ότι ο ανταγωνισμός στο εμπόριο πρέπει να βελτιωθεί.
«Οι τιμές των τροφίμων έχουν αυξηθεί με την πάροδο του χρόνου και πλήττουν περισσότερο τα οικονομικά ασθενέστερα νοικοκυριά: οικογένειες με παιδιά, φοιτητές και ηλικιωμένους με χαμηλές συντάξεις. Αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί», δήλωσε ο Κούλγκρεν.
Πρόσθεσε ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος και η διασφάλιση της σταθεροποίησης των τιμών αποτελεί «υψηλή προτεραιότητα» για την κυβέρνηση.
Την Παρασκευή, η κυβέρνηση παρουσίασε επίσης μια νέα επισιτιστική στρατηγική που περιλαμβάνει μέτρα για την αύξηση της σουηδικής παραγωγής τροφίμων. Ο Κούλγκρεν δήλωσε ότι θέλει να δει καλύτερο ανταγωνισμό στη βιομηχανία τροφίμων, συμπεριλαμβανομένης της έναρξης λειτουργίας νέων παντοπωλείων για την ενθάρρυνση του ανταγωνισμού σε όλη τη χώρα.
Προειδοποίησε επίσης ότι τα μποϊκοτάζ θα μπορούσαν να έχουν «το αντίθετο αποτέλεσμα» από το επιδιωκόμενο και δήλωσε ότι δεν μπορεί να τα υποστηρίξει.