Η Ελλάδα αντιμετωπίζει έντονη στεγαστική κρίση λόγω της ραγδαίας αύξησης των τιμών των ακινήτων και των ενοικίων, η οποία είναι δυσανάλογη με τα εισοδήματα.
Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από τη μεγάλη επιβάρυνση των νοικοκυριών, ιδίως στις αστικές περιοχές, την αύξηση των μονομελών νοικοκυριών, τη μείωση της ιδιοκατοίκησης και την έλλειψη νέων κατοικιών.
Αυτό που απαιτείται είναι μια πολιτική για τη μείωση της απόκλισης μεταξύ τιμών των ακινήτων και των εισοδημάτων, μέτρα για την αύξηση της κατασκευής νέων κατοικιών και την ανακαίνιση του υπάρχοντος κτηριακού αποθέματος και διαχείριση των βραχυχρόνιων μισθώσεων με στόχο να διατηρηθεί η διαθεσιμότητα ακινήτων για μακροχρόνια ενοικίαση.
Η Ευρώπη, από την πλευρά της, καλείται να επανεντάξει τις εργατικές ή κοινωνικές κατοικίες ως αντίβαρο στην στεγαστική κρίση και παράλληλα να λάβει μέτρα για τις δημόσιες συγκοινωνίες και την ενέργεια – παράγοντες οι οποίοι είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με το πρόβλημα.
Ο Κάρλος Σοριάνο, που μελετά τις ευρωπαϊκές ανισότητες σε μισθούς και εισοδήματα, τους κατώτατους μισθούς, τις χαμηλές απολαβές, την προσωρινή απασχόληση και την ποιότητα της εργασίας τονίζει ότι η ανισότητα πλούτου σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί μια αυξανόμενη απειλή για την κοινωνική συνοχή, με σοβαρές επιπτώσεις στην πρόσβαση στη στέγαση και τις ευκαιρίες στην εκπαίδευση.
Σύμφωνα με νέα έκθεση του Eurofound, όπου είναι διευθυντής ο Σοριάνο, οι κοινωνίες με υψηλή συγκέντρωση πλούτου κινδυνεύουν να μετατραπούν σε συστήματα δύο ταχυτήτων, όπου οι προνομιούχες μειονότητες έχουν πλεονεκτήματα στην υγεία, την εκπαίδευση και την πολιτική επιρροή ενώ οι πλειοψηφίες παλεύουν με μειωμένες προοπτικές.
Το ταξικό χάσμα
Η ανισότητα στην Ευρώπη επιδεινώνει το ταξικό χάσμα γύρω από την την ευημερία και την ισότητα και υπογραμμίζει μια κρίσιμη πραγματικότητα που συχνά απουσιάζει από τον δημόσιο διάλογο: η συγκέντρωση πλούτου γεννά τρομακτικές ανισορροπίες ισχύος υπερβαίνοντας κατά πολύ τη συγκέντρωση εισοδήματος.
Η εν λόγω συγκέντρωση αποκαλύπτει ανησυχητικά άκρα, με τη χώρα μας να είναι μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών όπου οι ανισότητες παραμένουν ιδιαιτέρως οξυμένες και τα στοιχεία να καταδεικνύουν ότι οι πολιτικές επιλογές και οι οικονομικές κρίσεις μπορούν να αναδιαμορφώσουν γρήγορα τα αποτελέσματα της κατανομής πλούτου, προς το καλύτερο ή το χειρότερο.
Σύμφωνα με την έκθεση, η στέγαση αναδεικνύεται ως η κύρια κινητήρια δύναμη της ανισότητας, αντιπροσωπεύοντας το 63% του συνολικού καθαρού πλούτου σε ολόκληρη την ΕΕ το 2021. Οι ανισότητες στα ποσοστά ιδιοκτησίας κατοικιών και τις αξίες ακινήτων αντανακλούν, επομένως, το μεγαλύτερο μέρος της ανισότητας πλούτου.
Οι χώρες που βιώνουν τις πιο απότομες αυξήσεις της ανισότητας -Σλοβενία, Ισπανία και Ελλάδα- είδαν τη στεγαστική κρίση να διαδραματίζει κομβικό ρόλο στην επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου και της ποιότητας ζωής των πολιτών τους.
Καθώς η ακρίβεια και τα ενοίκια των ακινήτων εκτοξεύονται πέρα από την αύξηση του εισοδήματος, ολόκληρες γενιές βρίσκονται αποκλεισμένες από τη συσσώρευση πλούτου. Αυτός ο αποκλεισμός υπονομεύει την ευημερία και την οικονομική ασφάλεια και εδραιώνει την ανισότητα μεταξύ των γενεών.
Όπως εκτιμάται, οι αρνητικές επιπτώσεις που απορρέουν από αυτήν την ανισότητα θα επιβαρύνουν επί δεκαετίες τις χώρες όπου δεν θα έχουν ληφθεί ριζοσπαστικά μέτρα για την καταπολέμηση του προβλήματος.
Το σταυροδρόμι
Η αντιμετώπιση του χάσματος πλούτου στην Ευρώπη απαιτεί ολοκληρωμένη δράση με επίκεντρο την προσιτή τιμή της στέγασης. Τα άμεσα μέτρα θα πρέπει να περιλαμβάνουν στοχευμένες επιδοτήσεις για ενοικιαστές χαμηλού εισοδήματος, επιθετική επέκταση του αποθέματος κοινωνικών κατοικιών και ουσιαστικά κίνητρα για την κατασκευή οικονομικά προσιτών κατοικιών.
Αυτές οι παρεμβάσεις θα μπορούσαν να αρχίσουν να αντιστρέφουν τη δυναμική του προαναφερθέντος αποκλεισμού, που επί του παρόντος αναδιαμορφώνει την ευρωπαϊκή κοινωνία.
Πέρα από τη στέγαση, χρειάζονται ευρύτερες στρατηγικές προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα βαθύτερα αίτια της συγκέντρωσης πλούτου. Μια προοδευτική φορολόγηση του πλούτου, επί παραδείγματι, θα μπορούσε να δημιουργήσει πόρους και παράλληλα να βελτιώσει τον τομέα της διαφάνειας.
Ο Σοριάνο τονίζει ότι οι πολιτικές θα πρέπει να στοχεύουν ρητά στις ομάδες της μεσαίας τάξης και του χαμηλού εισοδήματος και να διασφαλίζουν ότι τα οφέλη της ευημερίας θα ρέουν πέρα από τις στενές ελίτ.
Τα διακυβεύματα δύσκολα θα μπορούσαν να είναι υψηλότερα, επισημαίνει. Η ακραία συγκέντρωση πλούτου απειλεί όχι μόνο την οικονομική αποτελεσματικότητα αλλά και την ίδια τη δημοκρατία, καθώς ο συγκεντρωμένος πλούτος μετουσιώνεται σε συγκεντρωμένη εξουσία.
Μόνο μέσω διαρκούς, συντονισμένης δράσης μπορεί η Ευρώπη να αρχίσει να καταργεί τις βαθιές ανισότητες που επί του παρόντος διαμορφώνουν την πορεία της, υπογραμμίζει.
Η εναλλακτική λύση -η διαιώνιση της κατάστασης κατά την οποία υπάρχουν οι λίγοι που κατέχουν τον πλούτο και πολλοί που αποκλείονται από τα οφέλη του- αντιπροσωπεύει ένα μέλλον που καμία δημοκρατική κοινωνία δεν πρέπει να ανεχθεί, συμπληρώνει ο Σοριάνο.
Το ελληνικό δράμα
Στην Ελλάδα, οι τιμές των ακινήτων και των ενοικίων έχουν εκτροχιαστεί. Από το 2017-2019 μέχρι σήμερα, οι τιμές πώλησης έχουν αυξηθεί κατά περίπου 70-72%, τα ενοίκια έχουν σχεδόν διπλασιαστεί, ξεπερνώντας τον πληθωρισμό, ενώ παρατηρείται μεγάλο χάσμα μεταξύ των εισοδημάτων και του κόστους στέγασης.
Το στεγαστικό κόστος επιβαρύνει δυσανάλογα τα εισοδήματα των νοικοκυριών, με την Ελλάδα να έχει το υψηλότερο ποσοστό δαπανών για στέγαση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις επεκτάθηκαν. Η αύξησή τους μείωσε τη διαθεσιμότητα ακινήτων για μακροχρόνια ενοικίαση.
Επιπλέον, το κτηριακό απόθεμα της χώρας είναι γερασμένο, ενώ υπάρχει έλλειψη νέων κατασκευών. Τα περισσότερα κτήρια στην Ελλάδα είναι παλιά, ενώ η κατασκευή νέων κατοικιών είναι περιορισμένη. Ακόμη, αυξήθηκε το κόστος των δομικών υλικών, δυσκολεύοντας περαιτέρω τις ανακαινίσεις και τις κατασκευές.
Πολλοί άνθρωποι στη χώρα μας, ιδιαίτερα νέοι και νέες ηλικίας 30-45 ετών, αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες στην εύρεση στέγης, ενώ τα νοικοκυριά ξοδεύουν ένα πολύ μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους για την κάλυψη του κόστους στέγασης.