Καλός μήνας ήταν ο Απρίλιος για την αγορά εργασίας, αφού οι εγγεγραμμένοι άνεργοι στα μητρώα της ΔΥΠΑ μειώθηκαν σημαντικά σε σχέση με τον Μάρτιο, κατά -12,4% ή 114.717 άτομα.
Έτσι συνολικά οι άνεργοι έφτασαν τα 811.324 άτομα, έναντι 926.041 τον Μάρτιο του 2025, κυρίως χάρη στις εποχικές προσλήψεις για την τουριστική σεζόν.
Μείωση, αν και πιο συγκρατημένη, σημειώνεται και σε επίπεδο έτους. Σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2024, φέτος οι άνεργοι ήταν λιγότεροι κατά -6,9% ή 59.900 άτομα.
Και κάπου εδώ σταματάνε τα καλά νέα. Τα κακά είναι ότι περισσότεροι από το 54% των ανέργων είναι μακροχρόνια άνεργοι. Είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα της ΔΥΠΑ και αναζητούν εργασία, αλλά έχουν να δουλέψουν ένα χρόνο ή περισσότερο.
Οι μακροχρόνια άνεργοι ξεπερνάνε τα 440.000 άτομα – φανταστείτε μια πόλη δυο φορές όσο ο πληθυσμός της Πάτρας. Οι μακροχρόνια άνεργοι παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αόρατοι από τις επίσημες στατιστικές της ΕΛΣΤΑΤ, η οποία τους προσμετρά στα άτομα εκτός εργατικού δυναμικού.
Η χαμηλότερη ανεργία από το 2011, αλλά…
Το ανησυχητικό είναι ότι ενώ οι άνεργοι σε απόλυτους αριθμούς έχουν επιστρέψει στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2011, πάντα για τον μήνα Απρίλιο, οι μακροχρόνια άνεργοι το ίδιο διάστημα αυξήθηκαν πάνω από 146.000 άτομα, σχεδόν κατά 50%.
Θεωρητικά όσο εντείνεται η «στενότητα» στην αγορά εργασίας (labour market tightness), δηλαδή αυξάνονται οι κενές θέσεις και μειώνεται ο αριθμός των ατόμων που τις διεκδικεί, είναι πιο εύκολο για έναν άνεργο να βρει δουλειά.
Φαίνεται ότι αυτός ο κανόνας δεν ισχύει για τους μακροχρόνια άνεργους, που από την περίοδο της κρίσης και μετά όχι μόνο παραμένουν σε επίμονα υψηλά επίπεδα, αλλά αυξάνονται ως ποσοστό του πληθυσμού των ανέργων.
Το φαινόμενο αυτό έχει προβληματίσει και τους οικονομολόγους του Κέντρου Προγραμματισμού Οικονομικών Ερευνών. Όπως σημειώνεται σε σχετική μελέτη, παρά τη βελτίωση των προοπτικών απασχόλησης, το ποσοστό μακροχρόνια ανέργων παραμένει σταθερά υψηλό και κυμαίνεται μεταξύ 53% – 56% τα τελευταία δύο χρόνια.
Μακροχρόνια ανεργία και ψυχολογική υποστήριξη
Σύμφωνα με τους αναλυτές του ΚΕΠΕ, τα υψηλά ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας είναι μια ένδειξη ότι πρέπει πιθανόν να αλλάξει το μείγμα πολιτικών για την απασχόληση. Συστήνουν ότι πρέπει να γίνουν όχι μόνο περισσότερες ενέργειες, αλλά και διαφορετικού τύπου ενέργειες από αυτές που έχουν υλοποιηθεί ως τώρα, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση των μακροχρόνια ανέργων σε θέσεις εργασίας.
Ένα παράδειγμα που προτείνουν είναι να γίνουν παρεμβάσεις στην ψυχολογική υποστήριξη των μακροχρόνια ανέργων και όχι μόνο στον εμπλουτισμό των δεξιοτήτων τους. Ακόμα και σε αυτό τον τομέα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, σημειώνουν οι αναλυτές, μέσω του επανασχεδιασμού και της αξιολόγησης των αποτελεσμάτων των προγραμμάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΕΕΚ).
Με δεδομένη την έλλειψη εργατικού δυναμικού σε διάφορους κλάδους και επαγγέλματα, οι μακροχρόνια άνεργοι θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια διέξοδο για την αγορά, ωφελώντας και τους ίδιους τους άνεργους, καταλήγει το ΚΕΠΕ.
Αυτό όμως που δεν διασαφηνίζει είναι ότι οι περισσότερες κενές θέσεις εργασίας αφορούν δουλειές εποχικές, χαμηλής ειδίκευσης και υψηλής εντατικοποίησης, με χαμηλές απολαβές και υψηλό βαθμό επισφάλειας.
Μακροχρόνια ανεργία γένους θηλυκού
Οι γυναίκες δεν έχουν απλώς τα πρωτεία στην ανεργία, αλλά έχουν διπλάσιες πιθανότητες από ό,τι οι άντρες να είναι μακροχρόνια άνεργες.
Οι γυναίκες αποτελούν το 65,5% των ανέργων, ήτοι 531.664 άτομα. Από αυτές οι περισσότερες είναι μακροχρόνια άνεργες (307.293). Οι επτά στους δέκα μακροχρόνια άνεργους είναι γένους θηλυκού.
Η εικόνα στην αντρική ανεργία είναι η ακριβώς αντίθετη. Οι μακροχρόνια άνεργοι άντρες δεν είναι ούτε οι μισοί από ό,τι οι μακροχρόνια άνεργες γυναίκες (132.802). Επίσης είναι μειοψηφία στο σύνολο των ανδρών ανέργων, αποδεικνύοντας ότι η επιστροφή στην εργασία είναι συγκριτικά πιο εύκολη για το αντρικό φύλο από ό,τι για το γυναικείο.
Αυτό οφείλεται και στο ότι συχνά οι άνεργες γυναίκες επωμίζονται ρόλους φροντίδας εντός του σπιτιού, που είναι ασύμφορο ως αδύνατο να τους αφήσουν για να εργαστούν. Αν για παράδειγμα μια γυναίκα που δουλεύει part time για 400 ευρώ, πρέπει να πληρώσει άλλα τόσα για τη φύλαξη ενός ηλικιωμένου συγγενή ή ενός παιδιού, αναγκαστικά θα μείνει σπίτι και θα επωμιστεί το ρόλο του φροντιστή αμισθί.
Ένα μεγάλο μέρος της γυναικείας ανεργίας, και δη της μακροχρόνιας, μπορεί να υποκρύπτει αδήλωτη ή «γκρίζα» εργασία. Συμβοηθούντα, μη αμοιβόμενα μέλη οικογενειακής επιχείρησης, εργαζόμενες σε υπηρεσίες φροντίδας με μαύρα και περιστασιακά μεροκάματα, δουλειές του ποδαριού.
Μακροχρονια ανεργία και ηλικία
Πέρα από τη διάσταση του φύλου, προβληματισμό προκαλεί και η ηλικιακή διάθρωση των μακροχρόνια ανέργων. Σε απόλυτα μεγέθη οι περισσότεροι μακροχρόνια άνεργοι ανήκουν στις πλέον παραγωγικές ηλικίες των 30 με 44 ετών – μια κατηγορία που επίσης πρωτοστατεί και στο σύνολο των ανέργων. Από τους 247.448 ανέργους μεταξύ 30 και 44 ετών, πάνω από τους μισούς είναι μακροχρόνια άνεργοι (124.015).
Όσο ομως ανεβαίνει ο ηλικιακός πήχης, τόσο μεγαλώνουν τα ποσοστά της μακροχρόνιας ανεργίας. Για παράδειγμα από τους 185.188 ανέργους 55 με 64 ετών, οι 120.612 είναι μακροχρόνια άνεργοι. Στη δε κατηγορία των ανέργων από 65 ετών και άνω, από αυτούς που θεωρητικά θα έπρεπε να πλησιάζουν ή να έχουν ήδη βγει στη σύνταξη, το 80% είναι μακροχρόνια άνεργοι. Αυτό σημαίνει ότι πέρα του ότι δεν έχουν ασφάλιση – σε μια ηλικία που τα προβλήματα υγείας πολλαπλασιάζονται, κάποιοι δεν θα καταφέρουν καν να συνταξιοδοτηθούν. Όταν ένας εργαζόμενος χάσει τη δουλειά του σε μεγάλη ηλικία, αυξάνονται οι πιθανότητες να παγιδευθεί στον ιστό της μακροχρόνιας ανεργίας, αφού οι ευκαιρίες απασχόλησης περιορίζονται δραματικά.