Κυριακή, 21 Σεπτεμβρίου 2025
22.6 C
Athens

Σύννεφα πάνω από την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας: Τα καμπανάκια από την ΤτΕ

Πονοκέφαλο στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης προκαλούν οι τελευταίες εκθέσεις διεθνών οργανισμών, αλλά και της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), οι οποίες διαπιστώνουν ότι η ελληνική οικονομία δεν «τρέχει» με τον ρυθμό που είχε υπολογιστεί. Οι εκτιμήσεις αυτές έρχονται να προστεθούν στα στοιχεία για το πρώτο εξάμηνο του 2025, τα οποία αποτυπώνουν μια εικόνα πιο αδύναμη από τις αρχικές προβλέψεις.

Η έκθεση της ΤτΕ «ψαλιδίζει» τις προσδοκίες για την πορεία του ΑΕΠ. Ο ρυθμός ανάπτυξης τοποθετείται για φέτος στο 2,2%, χαμηλότερα από τον κυβερνητικό στόχο του 2,3%, ενώ για το 2026 προβλέπεται επιβράδυνση στο 1,9% και το 2027 μικρή ανάκαμψη στο 2,1%. Στο ίδιο πλαίσιο, τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το β’ τρίμηνο επιβεβαιώνουν την επιβράδυνση: ανάπτυξη 1,7% σε ετήσια βάση και 0,6% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο. Το εξάμηνο κλείνει κοντά στο 2%, αφήνοντας περιορισμένα περιθώρια για να καλυφθεί ο στόχος της χρονιάς. Η εικόνα αυτή δημιουργεί ερωτήματα για τη δυναμική της κατανάλωσης, των επενδύσεων και των εξαγωγών τρεις βασικούς πυλώνες του ΑΕΠ.

Το βαρίδι της ακρίβειας

Παρά τις διαχρονικές εξαγγελίες περί αλλαγής του αναπτυξιακού μοντέλου, η ιδιωτική κατανάλωση παραμένει ο κύριος μοχλός. Η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει αύξηση, στηριγμένη σε βελτίωση εισοδημάτων και απασχόλησης. Ωστόσο, τα στοιχεία του β’ τριμήνου δείχνουν στασιμότητα στη δαπάνη των νοικοκυριών, την ώρα που οι αυξήσεις τιμών και τα υψηλά ενοίκια εξανεμίζουν την αγοραστική δύναμη. Η εξάρτηση από εποχικούς παράγοντες, όπως ο τουρισμός, καθιστά την εικόνα ρευστή και δυσκολεύει την εκτίμηση αν η κατανάλωση μπορεί να δώσει το απαιτούμενο στήριγμα στην οικονομία.

Στον τομέα των επενδύσεων, οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου ενισχύθηκαν στο β’ τρίμηνο, μετά από αδύναμη εκκίνηση στο α’ τρίμηνο. Η πρόβλεψη της ΤτΕ για μέσο ετήσιο ρυθμό άνω του 7% στηρίζεται κυρίως στη δυναμική των ιδιωτικών επενδύσεων και στη ροή ευρωπαϊκών πόρων. Ωστόσο, η ίδια η Τράπεζα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: οι δημόσιες επενδύσεις αναμένεται να καταγράψουν έντονα αρνητικούς ρυθμούς μετά το 2026, όταν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα έχουν περιοριστεί.

Οικοδομική δραστηριότητα

Σύννεφα συγκεντρώνονται και στην οικοδομική δραστηριότητα, καθώς οι επενδύσεις σε κατοικίες παραμένουν σε επίπεδα χαμηλότερα από εκείνα της προ κρίσης περιόδου. Το αυξημένο κόστος δανεισμού, οι ανατιμήσεις στα υλικά και η περιορισμένη διαθεσιμότητα γης βάζουν εμπόδια στον κλάδο, περιορίζοντας τις προοπτικές να εξελιχθεί σε σταθερό πυλώνα ανάπτυξης.

Αρνητικά λειτουργεί και η συνεχιζόμενη κούρσα των τιμών. Μπορεί ο πληθωρισμός να έχει αποκλιμακωθεί, ωστόσο η παρατεταμένη ακρίβεια στην κατανάλωση και στις υπηρεσίες δυσχεραίνει την ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης. Το αποτέλεσμα είναι οι μισθολογικές αυξήσεις να απορροφώνται από την ακρίβεια, χωρίς να μεταφράζονται σε μεγαλύτερη κατανάλωση.

Η σύγκριση με την Ευρωζώνη εξακολουθεί να είναι ευνοϊκή, καθώς η Ελλάδα διατηρεί ρυθμούς ανάπτυξης υψηλότερους από τον μέσο όρο. Όμως η διαφορά δεν αρκεί για να καλλιεργήσει αίσθηση ασφάλειας. Με τους δημόσιους πόρους να συρρικνώνονται μεσοπρόθεσμα και την ιδιωτική κατανάλωση να παραμένει ευάλωτη, η διατήρηση ρυθμών άνω του 2% δεν θεωρείται δεδομένη.

Οι εκτιμήσεις του τελευταίου διαστήματος δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία έχει μπροστά της κρίσιμες προκλήσεις για να μην ανατραπούν τα θετικά σενάρια. Το ίδιο υπογραμμίζει και η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία, αν και διατηρεί τις προβλέψεις της κοντά σε εκείνες του προϋπολογισμού, δεν κρύβει την ανησυχία της για τις εξελίξεις που διαμορφώνουν το τοπίο των επόμενων ετών.

Πηγή: OT

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA