Σάββατο, 23 Νοεμβρίου 2024
18.9 C
Athens

Τελικά μειώνεται ή αυξάνεται η παγκόσμια ανισότητα;

Οι ιδεολογίες της προόδου αποτελούν αγαπημένα αφηγήματα. Ίσως γιατί χρειαζόμαστε μια διαβεβαίωση ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε προς το καλύτερο. Ειδικά σε σχέση με την οικονομία, αυτό επιτείνεται από την αντίληψη ότι η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί μια ένδειξη προόδου. Δηλαδή, όσο αυξάνεται το παγκόσμιο ΑΕΠ θα υπάρχει και μεγαλύτερη πρόοδος.

Όμως, μία άλλη κρίσιμη παράμετρος προόδου, δηλαδή το εάν μειώνεται η κοινωνική ανισότητα δεν φάνηκε να εξελίσσεται με τον ίδιο τρόπο. Και αυτό παρότι θεωρήθηκε ότι η οικονομική ανάπτυξη θα ενίσχυε πρωτίστως τη μεσαία τάξη και έτσι θα μείωνε τη συνολική ανισότητα.

Ανάπτυξη δεν σημαίνει πάντα ισότητα

Στην πραγματικότητα τα πραγματικά στοιχεία δείχνουν ότι σε ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας η οικονομική ανάπτυξη δεν σήμαινε μείωση της παγκόσμιας ανισότητας. Αυτό ήταν το συμπέρασμα, ήδη από το 2005, του Μπράνκο Μιλάνοβιτς, ενός οικονομολόγου τότε στην Παγκόσμια Τράπεζα, που κάνοντας έδειξε ότι στον εικοστό αιώνα η εισοδηματική ανισότητα παγκοσμίως αυξήθηκε. Αυτό αφορά τόσο την ανισότητα ανάμεσα στα κράτη (καθώς παρά την ανάπτυξη της Κίνας και της Ινδίας οι πλουσιότερες χώρες είχαν υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από τις φτωχότερες,  την ανισότητα εντός των κρατών, αλλά και την ανισότητα των ατόμων σε παγκόσμια κλίμακα. Τότε είχε εκτιμήσει ότι στην αρχή του 21ου αιώνα το πλουσιότερο 5% του παγκόσμιου πληθυσμού ελάμβανε το ένα τρίτο του παγκόσμιου εισοδήματος, όσο και το φτωχότερο 80%.

Ο Μιλάνοβιτς στηρίζεται κυρίως στη ανισότητα ανάμεσα σε διαφορετικά κατά κεφαλή εθνικά εισοδήματα, παρά στην ανισότητα των εισοδημάτων εντός των κρατών. Αυτό σημαίνει ότι το πού ζεις είναι πιο σημαντικό ως προς την παγκόσμια ανισότητα από την ανισότητα που επικρατεί στο εσωτερικό της χώρας σου.

Αφού αποχώρησε από την Παγκόσμια Τράπεζα και συνέχισε την έρευνά του ο Μιλάνοβιτς υποστήριξε ότι η μεγάλη αλλαγή το 1988 και το 2008 ήταν ότι η μεγαλύτερη άνοδος στα πραγματικά εισοδήματα αφορούσε το μεσαίο τμήμα της παγκόσμιας κατανομής εισοδήματος. Αυτό σήμαινε ότι ενώ το πιο εύπορο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού είδε όντως αυτή την περίοδο τα εισοδήματά του να ανεβαίνουν σημαντικά, την ώρα που τα πολύ φτωχά τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού δεν είχαν επί της ουσίας αύξηση, τη μεγαλύτερη άνοδο είχαν τα μεσαία εισοδήματος παγκοσμίως. Σε μεγάλο βαθμό αυτό αφορούσε τη σημαντική βελτίωση ως προς τα εισοδήματα που είχαν κυρίως πολύ φτωχά αγροτικά στρώματα στην Κίνα και την Ινδία, που πήγαν στις πόλεις και στα εργοστάσια και όπου μπορεί να μη βρήκαν πραγματική βελτίωση των συνθηκών εργασίας, όμως είδαν άλμα στα πραγματικά τους εισοδήματα, επειδή η αφετηρία ήταν πολύ χαμηλή.

Βεβαίως αυτή η εικόνα βελτίωσης της θέσης της «μεσαίας τάξης» παγκοσμίως, ήταν κάπως απατηλή, καθώς εάν κανείς αφαιρούσε τις ιδιαίτερες κοινωνικές και εισοδηματικές δυναμικές της Κίνας, τότε η εικόνα που διαμορφωνόταν ήταν αρκετά διαφορετική.

Πρόσφατα ο Μιλάβιτς επέστρεψε στην έρευνά του, κάνοντας υπολογισμούς για την ανισότητα από το 1820 έως το 2018. Η εκτίμησή του είναι ότι υπάρχει μια πρώτη περίοδος αυξανόμενης ανισότητας από τη βιομηχανική επανάσταση έως το 1950. Σε αυτή την περίοδο η ανισότητα αυξήθηκε καθώς αυξήθηκαν οι αποστάσεις ανάμεσα στις χώρες αλλά και η ανισότητα στο εσωτερικό των χωρών. Ήταν αυτή η φάση της μεγάλης απόκλισης ανάμεσα στον παγκόσμιο Βορρά και τον παγκόσμιο Νότο.

Μειώνεται η ανισότητα τις τελευταίες δεκαετίες;

Αυτή η ανισότητα όντως άρχισε να μειώνεται τις τελευταίες δύο δεκαετίες υποστήριξε πρόσφατα ο Μιλάνοβιτς. Εκτιμά ότι ανάμεσα στο 2000 και το 2020 η παγκόσμια ανισότητα υποχώρησε από έναν δείκτη Gini 70 (0,7) σε ένα δείκτη 60 (0,6). Όμως αυτό αφορά την άνοδο των εισοδημάτων σε μία χώρα, την Κίνα. Για παράδειγμα, ανάμεσα στο 2008 και το 2018, περίπου 125 εκατομμύρια Κινέζοι έπαψαν να ανήκουν στο κατώτερο εισοδηματικά πεμπτημόριο του παγκόσμιου πληθυσμού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αλλάζει η σύνθεση του κατώτερου εισοδηματικά τμήματος του παγκόσμιου πληθυσμού, με χώρες όπως η Ινδία ή η Νιγηρία να συνεισφέρουν πολύ περισσότερο.

Ούτως ή άλλως, η αλλαγή της εισοδηματικής τοποθέτησης της Κίνας είναι εντυπωσιακή, καθώς υπάρχει μια συνολικότερη βελτίωση της θέσης του πληθυσμού με αντίθεση με αρκετές ευρωπαϊκές χώρες όπου σε χώρες όπως η Ιταλία ή η Γερμανία η παγκόσμια κατάταξη ως προς το εισόδημα των κατώτερων οικονομικά στρωμάτων υποχώρησε ανάμεσα στο 1988 και το 2018. Αντιθέτως, στην Κίνα πέραν της βελτίωσης της θέσης των κατώτερων στρωμάτων, είχαμε και μια αύξηση του ποσοστού των Κινέζων στο ανώτερο εισοδηματικά τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού.

Ωστόσο, τα ανώτερα εισοδήματα παραμένουν μια κατά βάση υπόθεση του παγκόσμιου Βορρά (ή της Παγκόσμιας Δύσης): Η Δυτική Ευρώπη, η Βόρεια Αμερική, η Ωκεανία και η Ιαπωνία δίνουν το 78% του παγκόσμιου «εύπορου» πληθυσμού (το 2008 ήταν 87%).

Από την άλλη, η ικανότητα της ανάπτυξης της Κίνας και της εισοδηματικής ανόδου του κινεζικού πληθυσμού να συνεισφέρουν στην μείωση της παγκόσμιας ανισότητας δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Αυτό δεν αφορά μόνο τα ζητήματα που αφορούν την «αποσύνδεση» ΗΠΑ και Κίνας ή το ενδεχόμενων εξωγενών σοκ, αλλά ακριβώς την εισοδηματική άνοδο της Κίνας.

Ακριβώς επειδή η Κίνα έχει μια οικονομία σε ανάπτυξη μέσα στα επόμενα χρόνια θα αρχίσει να ανήκει, ως προς το κατά κεφαλήν εισόδημα, στις χώρες άνω του μέσου όρου, πράγμα που σημαίνει ότι προοπτικά αντί να συνεισφέρει στη μείωση της παγκόσμιας ανισότητας θα αρχίσει να συνεισφέρει στην αύξησή της.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA