Την ανησυχία των κεντρικών τραπεζιτών ότι οι εγχώριες πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν στην ζώνη του ευρώ -παρά την πτωτική αναθεώρηση- εξέφρασε η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, επισημαίνοντας ιδιαίτερα την αύξηση στους μισθούς.
Η κ. Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι η νομισματική πολιτική θα παραμείνει σε περιοριστικό έδαφος έως ότου υπάρξει βεβαιότητα ότι οι πληθωριστικοί κίνδυνοι έχουν παρέλθει, υπογραμμίζοντας την προσήλωση της ΕΚΤ στην επίτευξη του στόχου του 2%. Και επανέλαβε ότι η κεντρική τράπεζα αναμένει περαιτέρω στοιχεία που θα καταδεικνύουν με βεβαιότητα την αποκλιμάκωση των τιμών.
«Έχουμε μια εντολή κι έχουμε μια αποστολή να μειώσουμε τον πληθωρισμό στο 2%», τόνισε χαρακτηριστικά. Η κ. Λαγκάρντ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην πτωτική αναθεώρηση των εκτιμήσεων για πληθωρισμό και ανάπτυξη, η οποία αναφέρεται και στην ανακοίνωση της ΕΚΤ, που συνόδευσε νωρίτερα την απόφαση της ΕΚΤ.
Μάλιστα σε ερώτηση για το αν υπήρξε κάποια φωνή στην ΕΚΤ υπέρ της μείωσης των επιτοκίων, η κ. Λαγκάρντ ήταν κατηγορηματική: «Δεν μιλήσαμε καθόλου για μείωση των επιτοκίων».
Συνεχίζοντας στο ίδιο μήκος κύματος, τόνισε ότι τον Απρίλιο δεν θα υπάρξουν αρκετά δεδομένα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν την ΕΚΤ να αλλάξει την επιτοκιακή της πολιτική, προσθέτοντας ότι τον Ιούνιο, θα υπάρχουν περισσότερα στοιχεία, ώστε να ληφθεί μια πιο κατάλληλα απόφαση.
Για τις προσδοκίες της αγοράς
Ερωτηθείσα για το αν οι αποφάσεις της ΕΚΤ επηρεάζονται από τις προσδοκίες της αγοράς, η κ.Λαγκάρντ τόνισε ότι η ίδια προσπαθεί να μην σχολιάζει αυτές τις προσδοκίες: «Αυτοί κάνουν τη δουλειά τους και εμείς κάνουμε τη δική μας. Ο καθένας έχει μια δουλειά που πρέπει να κάνει», τόνισε προσθέτοντας ότι οι αποφάσεις της ΕΚΤ δεν επηρεάζονται από την αγορά.
Εκτίμηση κινδύνου
Οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη παραμένουν προς τα κάτω, υπογράμμισε. Η ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι χαμηλότερη εάν τα αποτελέσματα της νομισματικής πολιτικής αποδειχθούν ισχυρότερα από τα αναμενόμενα.
Μια πιο αδύναμη παγκόσμια οικονομία ή μια περαιτέρω επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου θα επηρεάσει επίσης την ανάπτυξη της ζώνης του ευρώ. Ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η τραγική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή αποτελούν σημαντικές πηγές γεωπολιτικού κινδύνου. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να αποκτήσουν λιγότερη αυτοπεποίθηση για το μέλλον και να διαταραχθεί το παγκόσμιο εμπόριο. Η ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι υψηλότερη εάν ο πληθωρισμός μειωθεί ταχύτερα από το αναμενόμενο και η αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων σημαίνει ότι οι δαπάνες αυξάνονται περισσότερο από το αναμενόμενο ή εάν η παγκόσμια οικονομία αναπτυχθεί ισχυρότερα από το αναμενόμενο.
Γεωπολιτικές εντάσεις
Ανοδικοί κίνδυνοι για τον πληθωρισμό περιλαμβάνουν τις αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις, ειδικά στη Μέση Ανατολή, οι οποίες θα μπορούσαν να ωθήσουν τις τιμές της ενέργειας και το κόστος των φορτίων υψηλότερα βραχυπρόθεσμα και να διαταράξουν το παγκόσμιο εμπόριο. Ο πληθωρισμός θα μπορούσε επίσης να αποδειχθεί υψηλότερος από το αναμενόμενο εάν οι μισθοί αυξηθούν περισσότερο από το αναμενόμενο ή τα περιθώρια κέρδους αποδειχθούν πιο ανθεκτικά. Αντίθετα, ο πληθωρισμός μπορεί να εκπλήξει καθοδικά εάν η νομισματική πολιτική περιορίσει τη ζήτηση περισσότερο από το αναμενόμενο ή εάν το οικονομικό περιβάλλον στον υπόλοιπο κόσμο επιδεινωθεί απροσδόκητα.
«Θα διατηρήσουμε την περιοριστική πολιτική για όσο καιρό χρειαστεί» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο πληθωρισμός
«Από την τελευταία μας συνάντηση τον Ιανουάριο, ο πληθωρισμός μειώθηκε περαιτέρω. Στις τελευταίες προβλέψεις του προσωπικού της ΕΚΤ, ο πληθωρισμός αναθεωρήθηκε προς τα κάτω, ιδίως για το 2024, γεγονός που αντανακλά κυρίως τη χαμηλότερη συμβολή των τιμών της ενέργειας. Το προσωπικό προβλέπει τώρα ότι ο πληθωρισμός θα είναι κατά μέσο όρο 2,3 τοις εκατό το 2024, 2,0 τοις εκατό το 2025 και 1,9 τοις εκατό το 2026», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Λαγκάρντ.
Και υπογράμμισε ότι οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό εξαιρουμένων της ενέργειας και των τροφίμων έχουν επίσης αναθεωρηθεί προς τα κάτω και κατά μέσο όρο 2,6% για το 2024, 2,1% για και 2,0% για το 2026.
«Αν και τα περισσότερα μέτρα του υποκείμενου πληθωρισμού έχουν υποχωρήσει περαιτέρω, οι εγχώριες πιέσεις τιμών παραμένουν υψηλές, εν μέρει λόγω της έντονης αύξησης των μισθών», υπογράμμισε.
«Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή μας, θεωρούμε ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σε επίπεδα που, διατηρούμενα για αρκετά μεγάλη διάρκεια, θα συμβάλουν ουσιαστικά σε αυτόν τον στόχο. Οι μελλοντικές μας αποφάσεις θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια πολιτικής μας θα καθορίζονται σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο διάστημα είναι απαραίτητο» είπε χαρακτηριστικά.
Θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα δεδομένα για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και διάρκειας περιορισμού. Ειδικότερα, οι αποφάσεις μας για τα επιτόκια θα βασίζονται στην εκτίμησή μας για τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το φως των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων, της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και της ισχύος της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.
Οικονομική ανάπτυξη
Ο κ. Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι η οικονομία παραμένει αδύναμη: οι καταναλωτές συνέχισαν να συγκρατούν τις δαπάνες τους, οι επενδύσεις μετριάστηκαν και οι εταιρείες εξήγαγαν λιγότερο, αντανακλώντας την επιβράδυνση της εξωτερικής ζήτησης και ορισμένες απώλειες στην ανταγωνιστικότητα. Ωστόσο, οι έρευνες δείχνουν σταδιακή ανάκαμψη κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους, υπογράμμισε προσθέτοντας ότι καθώς ο πληθωρισμός πέφτει και οι μισθοί συνεχίζουν να αυξάνονται, τα πραγματικά εισοδήματα θα ανακάμψουν, υποστηρίζοντας την ανάπτυξη.
Για τα ρωσικά assets
Κληθείσα να σχολιάσει το τι θα γίνει με τα ρωσικά assets που είναι παγωμένα στην ΕΚΤ, η κ. Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι το θέμα αυτό συζητείται τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όσο και σε επίπεδο G7. Πρόσθεσε ότι η εκμετάλλευση των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, είναι ένα πολύ σύνθετο πρόβλημα με μεγάλες νομικές προεκτάσεις και επανέλαβε ότι όποια λύση επιλεγεί θα πρέπει να σύμφωνη με τις διεθνείς κανόνες.
Εμπορικά ακίνητα
Σε ερώτηση για το μεγάλο πρόβλημα που παρατηρείται στα εμπορικά ακίνητα, η κ. Λαγκάρντ έδωσε τον λόγο στον αντιπρόεδρο της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος. Ο κ. ντε Γκίντος υπογράμμισε ότι η ΕΚΤ είχε παρατηρήσει το πρόβλημα ακόμα πριν ανοίξει τον κύκλο αύξησης των επιτοκίων. Πρόσθεσε ωστόσο, ότι η έκθεση των ευρωπαϊκών τραπεζών σε επισφαλή δάνεια που σχετίζονται με εμπορικά ακίνητα είναι περιορισμένη. Παρόλα, αυτά -τόνισε- η ΕΚΤ παρακολουθεί το θέμα.