Αναμόρφωση στα οικονομικά των νοσοκομείων με την εισαγωγή του νέου συστήματος κοστολόγησης νοσοκομειακών υπηρεσιών καθιερώνεται από το 2024 με την εισαγωγή των DRG’s, κατάρτιση προϋπολογισμών των νοσοκομείων από την αρχή της χρονιάς και συνεργασία των διοικητών των νοσοκομείων με το υπουργείο και μεταξύ τους, είναι τρία μέτρα που αναμένεται να βελτιώσουν σημαντικά την παρεχόμενη περίθαλψη από το ΕΣΥ.
Στα μέτρα αυτά, αναφέρθηκε ο υφυπουργός Υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους κατά την παρουσίαση από το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) της πρώτης μελέτης για τα οικονομικά και τη λειτουργία των νοσοκομείων.
Σύμφωνα με τον κ. Θεμιστοκλέους, η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης έχουν προκαλέσει αύξηση των δαπανών υγείας της τάξης του 25% την τριετία 2020-2022 στη χώρα μας. Τα ποσοστά είναι αντίστοιχα και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με τη Βρετανία στο 22%, την Πορτογαλία στο 24%, αλλά και στις ΗΠΑ με 19%. Η αύξηση αυτή θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, ιδίως με τη χρήση των καινοτόμων φαρμάκων θα απαιτούνται ολοένα και περισσότεροι πόροι. Για το 2024, ο προϋπολογισμός της υγείας είναι αυξημένος κατά 1,9 δις. Ο αρχικός προϋπολογισμός του 2024 σε σχέση με του 2023 είναι 481 εκατ. περισσότερα και γύρω στα 100 εκατ. περισσότερα από την τελική χρήση.
Για πρώτη φορά οι προϋπολογισμοί θα είναι έτοιμοι από το πρώτο 10 ήμερο του Ιανουαρίου
Σε ότι αφορά τα νέα νοσήλια ο κ. Θεμιστοκλέους τόνισε πως σημαντική βελτίωση θα επιφέρει η καθολική χρήση των DRG’s στα νοσοκομεία. «Ήδη δύο ΥΠε, η 3η (Μακεδονίας) και η 7η (Κρήτης), τα χρησιμοποιούν, ενώ από τον Μάρτιο του 2024 θα ενταχθούν όλες οι ΥΠε.
Αυτό σημαίνει ότι ο προϋπολογισμός του 2025, θα είναι στον ΕΟΠΥΥ και όχι στο υπουργείο Υγείας.
Ο ΕΟΠΥΥ θα πρέπει να αναλάβει το δικό του ρόλο, που είναι ο κυρίαρχος στην αγορά και πάνω από το 90% θα μεταφερθεί στον Οργανισμό και θα προσπαθήσουμε να ταυτίσουμε και την αλλαγή ότι το υπουργείο θα περιοριστεί σε έναν πιο στρατηγικό, πιο ελεγκτικό ρόλο. Ο μεν ΕΟΠΥΥ θα έχει τα οικονομικά και θα αποζημιώνει με βάση το παραγόμενο έργο με τη χρήση των DRG’s και η καθημερινή λειτουργία του συστήματος θα γίνεται εκτός υπουργείου» είπε ο υφυπουργός χαρακτηριστικά.
Πρόσθεσε, ότι τα DRG’s είναι άμεσα συνυφασμένα με την ποιότητα, τονίζοντας πως «Δεν είναι μόνο τα οικονομικά μεγέθη, αλλά και τα ποιοτικά, καθώς θα μπορέσουμε να καταλάβουμε αν έχουμε, επιπλοκές, περισσότερες ημέρες νοσηλείας, επανανοσηλείες, όλους αυτούς τους δείκτες, που εδώ και πολλά χρόνια τους συζητάμε, αλλά δεν έχει καταφέρει κάποιος να τους ελέγχει συστηματικά».
Σε ότι αφορά τους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων, ο κ. Θεμιστοκλέους σημείωσε ότι «για πρώτη φορά οι προϋπολογισμοί θα είναι έτοιμοι από το πρώτο 10ήμερο του Ιανουαρίου» και όχι τον Μάρτιο όπως συνήθως συνέβαινε μέχρι τώρα, δίνοντας τη δυνατότητα για καλύτερη διαχείριση των οικονομικών τους με πλάνο οικονομικής διαχείρισης για τη χρονιά και πλάνο προμηθειών και να προχωρούν οι διαγωνισμοί. Επιπλέον, συστηματοποιούνται οι προμήθειες εντός των νοσοκομείων (με τον Ν.4412), ενώ με τη συνεργασία οι καλές πρακτικές θα μεταδίδονται και στους υπολοίπους.
Καταλήγοντας, ο υφυπουργός, σημείωσε ότι τον τελευταίο καιρό γίνεται προσπάθεια για συστηματική ανάλυση των στοιχείων, ώστε είναι εφικτές οι συγκρίσεις και οι συνεργασίες ώστε οι διοικητές να ανταλλάσσουν ιδέες και εμπειρίες, αλλά και να υπάρχει αυστηρότερη αντιμετώπιση σε προβλήματα, παραλείψεις κλπ
Η μελέτη
Η μελέτη για την «Ανάλυση των οικονομικών μεγεθών των δημόσιων νοσοκομείων της Ελλάδας» του ΙΟΒΕ ανέλυσε για πρώτη φορά τα διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία από τις λογιστικές καταστάσεις των νοσοκομείων. Μελετήθηκε ένα δείγμα 828 οικονομικών καταστάσεων της περιόδου 2012-2020 από 90 νοσοκομεία περίπου.
Όπως επεσήμαναν οι ερευνητές του ΙΟΒΕ, η απουσία λογιστικών καταστάσεων από μεγάλες νοσοκομειακές μονάδες της χώρας, όπως Γ.Ν.Α Ο Ευαγγελισμός, Γ.Ν.Α Αλεξάνδρα, Γ.Ν. Μαιευτήριο Αθηνών «Έλενας Βενιζέλου», Γ.Ν.Α «Γ. Γεννηματάς», Γ.Ν. Αττικής «Σισμανόγλειο», Γ.Ν. Δυτ. Αττικής, Γ.Ν. Θες/νίκης «Γ. Γεννηματάς», κ.ά. καταδεικνύει την έλλειψη διαφάνειας σε έναν κρίσιμο τομέα.
Τη μελέτη παρουσίασαν ο Επικεφαλής Τμήματος Μικροοικονομικής Ανάλυσης & Πολιτικής του ΙΟΒΕ Svetoslav Danchev και η Καθηγήτρια του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Σάνδρα Κοέν.
Το σύστημα υγείας
Στη μελέτη επισημαίνεται ότι στην Ελλάδα, η συνολική χρηματοδότηση των δαπανών υγείας έφτασε τα 16,7 δις. ευρώ το 2021, μειωμένη κατά 25% σε σχέση με το 2009. Από το ποσό αυτό, τα 10,4 δις. ευρώ αφορούσε δημόσια δαπάνη.
Στη 12ετία 2009 – 2021, ενώ στην Ευρώπη οι δαπάνες υγείας αυξήθηκαν κατά 28,6%, στην Ελλάδα επήλθε μείωση της τάξης του 22%. Από το σύνολο των δαπανών αυτών, στην Ευρώπη οι δημόσιες δαπάνες αυξήθηκαν κατά 32,7%, ενώ στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 29,2%.
Η δημόσια χρηματοδότηση αποτελεί το 62,1% των δαπανών υγείας, όταν στην Ευρώπη το ποσοστό φτάνει το 81,1% και στον Ευρωπαϊκό νότο το 73%.
Το αποτέλεσμα ήταν η μείωση κατά 7,3% της κατά κεφαλήν δαπάνης υγείας από το 2008-2013, που αποτελεί τη μεγαλύτερη μείωση στην Ευρώπη τις χρονιές αυτές. Αντίστοιχα, και τα έτη 2013-2019 καταγράφηκε η μικρότερη αύξηση κατά 0,4%, όταν ο μέσος όρος της κατά κεφαλήν δαπάνης υγείας στην Ε.Ε. αυξήθηκε κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες. Έτσι, συνολικά, το 2009 η κατά κεφαλήν δαπάνη υγείας στην Ελλάδα έφτανε τα 2.014 ευρώ (εκ των οποίων τα 1.376 ευρώ δημόσια δαπάνη), έναντι 2.396 ευρώ (1.883 δημόσια) στην Ε.Ε. και το 2021 μειώθηκε σε 1.561 ευρώ (969 ευρώ δημόσια) στην Ελλάδα, έναντι 3.563 ευρώ (2.891 δημόσια) στην Ε.Ε.
Ιδιωτική δαπάνη
Σχεδόν 2,5 ποσοστιαίες μονάδες παραπάνω απορροφούν από το εισόδημα των νοικοκυριών οι δαπάνες για την υγεία την τελευταία 12ετία, καθώς από 6,5% το 2009, καταβάλλεται πλέον το 8,1% του εισοδήματος των πολιτών. Και αυτό παρότι το 2009, η ετήσια συμμετοχή των νοικοκυριών για την περίθαλψη των μελών τους έφτανε τα 134,3 ευρώ, ενώ το 2021 έπεσε στα 114,9 ευρώ.
Από όλες τις χώρες της Ευρώπης, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 29η θέση από πλευράς αξιολόγησης του συστήματος υγείας της με 615 βαθμούς, όταν 1η είναι η Ελβετία με 893 βαθμούς, 2η η Ολλανδία με 883 βαθμούς και 3η η Νορβηγία με 857 βαθμούς. Στον αντίποδα η Αλβανία κατέχει την τελευταία 35η θέση με 544 βαθμούς και η Ρουμανία την 34η με 549 βαθμούς.
Χαμηλή ικανοποίηση
Ως αποτέλεσμα της κατάταξης, οι Έλληνες εμφανίζουν τα χαμηλότερα ποσοστά ικανοποίησης από τις υπηρεσίες υγείας που τους παρέχονται, τα οποία κυμαίνονται από 36% το 2010 σε 38% το 2020.
Τα οικονομικά των νοσοκομείων
Σε ότι αφορά τα οικονομικά των νοσοκομείων, το 2012, έλλειμμα εμφάνιζαν 41 νοσοκομεία, ενώ το 2020 τα ελλειμματικά νοσοκομεία ήταν 12. Συνολικά την περίοδο 2012-2020, έλλειμμα παρουσίασαν 207 οικονομικές καταστάσεις δημόσιων νοσοκομείων και πλεόνασμα 621 οικονομικές καταστάσεις.
Με την πάροδο των ετών, οι δείκτες άμεσης και έμμεσης ρευστότητας βελτιώθηκαν από το 2012 ως το 2020, με την άμεση ρευστότητα να είναι γύρω στο 8 από 2,29, δείχνοντας τη βελτίωση της δυνατότητας των νοσοκομείων να ανταποκρίνονται στις τρέχουσες υποχρεώσεις τους, καθώς οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις μειώνονται.
Από την άλλη πλευρά όμως, ο δείκτης της ικανότητας των νοσοκομείων να εισπράττουν τις απαιτήσεις τους έχει αυξηθεί σε περίπου 1,5 έτος (542 ημέρες) από 9 μήνες (281 ημέρες) το 2012, εμφανίζοντας τις δυσκολίες είσπραξης.
Αποεπένδυση στην υγεία
Αποεπένδυση στον τομέα των νοσοκομείων, δείχνει ο δείκτης παγίου προς ίδια κεφάλαια, ο οποίος έχει μειωθεί στο μισό, από 0,52 το 2012 σε 0,25 το 2020, δείχνοντας την έλλειψη επένδυσης σε εξοπλισμούς, κτιριακές εγκαταστάσεις κλπ. Πρόκειται για ένα γεγονός που οδηγεί σε μείωση των παρεχόμενων υπηρεσιών, ενώ εξηγεί και τη μειωμένη ικανοποίηση των ασθενών από τη χρήση των υπηρεσιών υγείας του ΕΣΥ.
Τα έσοδα από επιχορηγήσεις μειώθηκαν από 59% σε 52% καθώς αυξήθηκαν τα έσοδα από ίδιες πηγές, δηλαδή από τις υπηρεσίες υγείας που παρέχουν τα νοσοκομεία.
Το κόστος νοσηλείας
Το λειτουργικό κόστος σε σχέση με τους νοσηλευόμενους εμφάνισε μια μείωση τα έτη 2012-2015, παρατηρήθηκε μια αυξητική πορεία ως το 2018 -2019 και η πανδημία οδήγησε σε μια απότομη αύξηση της τάξης του 20% το 2020.
Το κόστος των νοσοκομείων καθόλα τα χρόνια που εξετάστηκαν, παρουσίασε σταθερότητα ως προς τη δομή του, καθώς το 89% διατίθεται για την περίθαλψη των ασθενών και το υπόλοιπο 11% αφορά τη διοικητική λειτουργία τους.
Αντίστοιχα, πτωτική ήταν και η πορεία του λειτουργικού κόστους σε σχέση με τις ημέρες νοσηλείας, όπου ως το 2014 μειώθηκε κατά 7,6% και από το 2019-2020 η αύξηση εκτινάχθηκε κατά 28,4%.
Πιο ακριβή είναι η περίθαλψη στην 4η υγειονομική περιφέρεια (ΥΠΕ) Μακεδονίας Θράκης με το κόστος ανά νοσηλευόμενο ασθενή να ξεκινά στα 2596 ευρώ το 2012, να μειώνεται στα 1.575 ευρώ το 2015 και να εκτινάσσεται στις 4.110 ευρώ το 2020.
Αντίθετα, πιο φθηνή είναι η περίθαλψη στην 1η ΥΠΕ Αττικής, ξεκινώντας από 2.800 ευρώ το 2012, έπεσε στις 2.053 ευρώ το 2015, ανέβηκε στις 3.555 ευρώ το 2019 και το 2020 μειώθηκε λίγο, στα 3.040 ευρώ.
Το λειτουργικό κόστος ανά κλίνη, κυμάνθηκε:
- στα μεγάλα νοσοκομεία από 141.000 ευρώ το 2012 στα 122.000 ευρώ το 2020
- στα μεσαία νοσοκομεία από 149.000 ευρώ το 2012 στα 116.000 ευρώ το 2020
- στα νοσοκομεία 100-250 κλινών από 155.000 το 2012 σε 115.000 ευρώ το 2020 και
- στα μικρά κάτω των 100 κλινών νοσοκομεία από 134.000 στα 140.000 ευρώ το 2020.
Αντίστοιχα, το λειτουργικό κόστος ανά νοσηλευόμενο ασθενή κυμάνθηκε:
- στα μεγάλα νοσοκομεία από 2.272 ευρώ το 2012 στα 2.123 ευρώ το 2020
- στα μεσαία νοσοκομεία από 2.116 ευρώ το 2012 στα 1.814 ευρώ το 2020
- στα νοσοκομεία 100-250 κλινών από 2.613 το 2012 σε 2.340 ευρώ το 2020 και
- στα μικρά κάτω των 100 κλινών νοσοκομεία από 3.747 στα 5.324 ευρώ το 2020.