Μεγάλες είναι οι προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία και φέτος, εισερχόμενη σε μια περίοδο που κυριαρχεί υψηλή αβεβαιότητα. Αν και η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας είναι υπαρκτή και δείχνει να συνεχίζεται, εντούτοις τίθεται ευθέως το ζήτημα του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, οι οποίοι καλούνται να αντιμετωπίσουν μια πολύ χαμηλή (σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες) αγοραστική δύναμη, με την προοπτική να φαντάζει ανάλογη με το σήμερα. Κι αυτό διότι ο προϋπολογισμός του 2025 δεν εμπεριέχει εκείνα τα μέτρα, τα οποία φαίνεται ότι θα οδηγήσουν σε ταχεία καλυτέρευση των συνθηκών.
Πέραν αυτού, τίθενται και σημαντικά ζητήματα σχετικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας κατά τη φετινή χρονιά λόγω των κινδύνων που ελλοχεύουν. Για παράδειγμα, η ενδεχόμενη κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή και η πιθανή εμφάνιση νέων εστιών, αποτελεί ένα από τα ζητήματα που θα απασχολήσουν τη χώρα μας, όπως και η ενδεχόμενη αύξηση του εμπορικού προστατευτισμού μέσω δασμών, με τους οποίους έχει απειλήσει ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος αναμένεται να αναλάβει τα καθήκοντά του στις 20 Ιανουαρίου.
Επιπλέον, η πολιτική αστάθεια σε δύο από τις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης (Γερμανία, Γαλλία) αποτελούν τους βασικούς κινδύνους που περιβάλουν τις προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια.
Ανάπτυξη που «τρώγεται»
Ένα επιπλέον πρόβλημα αποτελεί και η ακρίβεια στην Ελλάδα, κάτι που πλήττει τα εισοδήματα των πολιτών. Η διατήρηση του πληθωρισμού άνω του στόχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και η επακόλουθη καθυστέρηση της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ μπορεί να αποδυναμώσουν τη δυναμική οικονομικής μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας.
Μία ακόμη σημαντική απειλή, σε παγκόσμια επίπεδο αλλά και για τη χώρα μας, είναι η κλιματική αλλαγή, εξαιτίας της οποίας τα φαινόμενα φυσικών καταστροφών εντάθηκαν τα τελευταία χρόνια, όπως και το δημογραφικό πρόβλημα που απασχολεί την Ελλάδα.
Ποιες είναι όμως οι προβλέψεις των ειδικών για την ελληνική οικονομία κατά τη χρονιά που έκανε την εμφάνισή της πριν από λίγες ώρες; Ο ΟΤ ζήτησε τη γνώμη 3 κορυφαίων οικονομολόγων.
Πετράκης: Σταθερότητα και ανερχόμενη αβεβαιότητα
«Στην ελληνική οικονομία τρία σημαντικά θέματα φαίνεται να εντοπίζονται», σύμφωνα με τον Ομότιμο Καθηγητή του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Παναγιώτη Ε. Πετράκη.
Ο ίδιος σημειώνει ότι «Καταρχάς η οικονομική επίδοση των μακροοικονομικών μεγεθών φαίνεται να είναι παρόμοια με αυτή του 2024, ενισχυμένη από τη διαδικασία ολοκλήρωσης του Ταμείου Ανάκαμψης και τη μείωση των επιτοκίων συνεπικουρούμενης από τη διεύρυνση της πιστωτικής επέκτασης».
Ακόμη, συμπληρώνει: «Το δεύτερο θέμα είναι η περεταίρω βελτίωση του ιδιωτικού διαθεσίμου εισοδήματος και της αμοιβής της εργασίας. Η τελευταία θα διευρυνθεί περαιτέρω από την έστω οριακή αύξηση της απασχόλησης δεδομένου ότι έχουμε ακουμπήσει τον σκληρό πυρήνα της ανεργίας. Συνεπώς το θέμα της βελτίωσης του ανθρωπίνου κεφαλαίου παραμένει στην επικαιρότητα ίσως με μεγαλύτερη ένταση δεδομένου ότι και οι κενές θέσεις εργασίας σχετικά αυξάνονται. Βεβαίως απέχουμε αρκετά από το να καλύψουμε τις απώλειες των κρίσεων του παρελθόντος (μια μεγάλη 2008 – και δύο μικρότερες – covid, ενεργειακό) αλλά η ακολουθητέα πολιτική βρίσκεται στην κατεύθυνση βελτίωσης των εισοδημάτων μια διαδικασία που εάν δεν στηρίζεται στην αύξηση του χρέους αλλά στηρίζεται στη δημοσιονομική ισορροπία είναι μια μακροχρόνια εξέλιξη ιδίως όπου πρέπει να καλύψεις πολύ σοβαρά κενά».
Από εκεί και πέρα «Όμως υπάρχουν ακόμα σοβαρά ζητήματα να ολοκληρωθούν, που αφορούν (τρίτο θέμα) τον σχεδιασμό λειτουργίας του πιστωτικού συστήματος (αναδρομική φορολογία) και την περαιτέρω εξυγίανση του τραπεζικού ζητήματος όπως και της εξέλιξης του ιδιωτικού χρέους με τους servicers. Πρόκειται για ένα θέμα από το οποίο λανθασμένα πιστεύουμε ότι έχουμε απαλλαγεί. Αντιθέτως και τα δύο θέματα παράγουν σημαντικά πολιτικά και οικονομικά ζητήματα».
Και καταλήγει: «Συμπερασματικά το 2025 θα είναι (για τον κόσμο, την Ευρώπη και την Ελλάδα) ένα έτος με ανθεκτικές, σταθεροποιημένες σχετικά οικονομικές συνθήκες αλλά με ανερχόμενη αβεβαιότητα που σηματοδοτεί τους πιθανούς επερχόμενους κινδύνους με αρνητικό πρόσημο».
Μελάς: Τα προβλήματα που δε βρίσκουν απαντήσεις
Από την πλευρά του, ο διδάκτωρ οικονομίας Κώστας Μελάς επισημαίνει ότι «δεν περιμένουμε να αλλάξει κάτι σημαντικά –ceteris paribus- στην οικονομία με το νέο έτος 2025. Οι εξελίξεις θα κυλήσουν, εκτός κάποιου έκτακτου γεγονότος, μονότονα και κουραστικά : η πλειοψηφία των Ελλήνων θα συνεχίσει την προσπάθεια να ανταποκριθεί στοιχειωδώς στις υποχρεώσεις της και να επιβιώσει σε όλο και πιο αβέβαιες και δύσκολες συνθήκες. Η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική έχει σαφή προσανατολισμό και θα μπορούσαμε να την περιγράψουμε με το ακόλουθο απόσπασμα από το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό – Διαρθρωτικό Πρόγραμμα 2025-2028, σ. 39:
«Η πρόοδος που έχει συντελεστεί τα τελευταία 5 έτη στηρίχθηκε σε τρεις βασικούς πυλώνες. Πρώτο, μια υγιή και συνετή δημοσιονομική πολιτική. Δεύτερο, μια αξιόπιστη και αποτελεσματική στρατηγική για την αποκατάσταση συνθηκών χρηματοπιστωτικής κανονικότητας. Και τρίτο, ένα πρόγραμμα εκτεταμένων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που βελτιώνουν το επιχειρηματικό περιβάλλον και παρέχουν κίνητρα για υψηλότερες επενδύσεις και συμμετοχή στην αγορά εργασίας»».
Για αυτό και τονίζει πως «η παλαιά «καλή» αντίληψη ότι η πρόοδος και η εξέλιξη σε μια κοινωνία προέρχεται μόνο μέσω της άψογης λειτουργίας αυτών των οικονομικών πυλώνων. Όλα τα υπόλοιπα υπάρχουν και ζουν ex residuo!!! Για το λόγο αυτό άλλωστε η Ελλάδα μπαίνει το 2024 υπό παρακολούθηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ό,τι αφορά τους δείκτες κοινωνικής προστασίας, ένταξης και απασχόλησης, οι οποίοι όπως αναφέρεται στην Έκθεση της Επιτροπής δείχνουν ότι βρίσκονται σε «κρίσιμη κατάσταση»».
Και καταλήγει: «Συγχρόνως αυτή η αντίληψη της οικονομικής πολιτικής ενδιαφέρεται , επί της ουσίας, μόνο με την ποσοτική πλευρά των μεγεθών δίνοντας έμφαση στην οικονομική μεγέθυνση και σχεδόν καθόλου με την ποιοτική πλευρά των μεγεθών έτσι ώστε να υπάρξει οικονομική ανάπτυξη. Θεωρώ ότι θα πρέπει να στρέψουμε το βλέμμα μας στην τελευταία. Διότι εκτός από τα προβλήματα του 2025 υπάρχουν τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας (χαμηλή παραγωγικότητα, υπογεννητικότητα, επενδύσεις που δεν κατευθύνονται στις υποδομές και στην έρευνα, χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα κ.τ.λ) που δεν βρίσκουν τις κατάλληλες απαντήσεις εδώ και χρόνια….»
Λιάκος: Ο κίνδυνος και οι προκλήσεις
Σύμφωνα με τον πρώην υπουργό και οικονομολόγο Δημήτρη Λιάκο «η επόμενη διετία είναι ένα παράθυρο ευκαιρίας για την ελληνική οικονομία, που καλείται να το εκμεταλλευτεί», προσθέτοντας πως «τα περιθώρια περαιτέρω βελτίωσης των ρυθμών ανάπτυξης και σύγκλισης με την υπόλοιπη Ευρώπη είναι σημαντικά υπό την προϋπόθεση αποφυγής των κινδύνων που περιεγράφηκαν παραπάνω και προώθησης των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων».
Ωστόσο, όπως τονίζει ο ίδιος «η παρατηρούμενη ανισοκατανομή του παραγόμενου πλούτου, η όξυνση των ανισοτήτων και τα υψηλά κόστη διαβίωσης και στέγης δημιουργούν εστίες προβληματισμού για το μέλλον και απαιτούν την ενσωμάτωση του στόχου της κοινωνικής ευημερίας στις βασικές κυβερνητικές (και όχι μόνο) προτεραιότητες».
Και καταλήγει: «Αν η καταγραφόμενη δυσαρέσκεια και απογοήτευση μεγάλης μερίδας των πολιτών, όπως καταγράφεται στις μετρήσεις της κοινής γνώμης, εκδηλωθεί με την ενίσχυση ακραίων και λαϊκίστικων πολιτικών σχηματισμών, τότε στις προκλήσεις που θα κληθεί το πολιτικό σύστημα να διαχειριστεί το 2027, θα είναι η πιθανή πολιτική αστάθεια. Μέχρι τότε μεσολαβεί αρκετό διάστημα ικανό για οποιαδήποτε θετική ή αρνητική εξέλιξη».
Πηγή: OT