Το Ισραήλ καταστρατηγεί συστηματικά μια ακόμα πτυχή του διεθνούς δικαίου, δολοφονώντας απροκάλυπτα δεκάδες δημοσιογράφους που καλύπτουν τη σφαγή στη Γάζα. Ο βαρύς φόρος του αίματος…
Κύμα οργής έχει προκαλέσει η στοχευμένη δολοφονία του ανταποκριτή του Al Jazeera, Ανάς αλ Σαρίφ, στη Γάζα, από το Ισραήλ, το περασμένο Σαββατοκύριακο, ακόμη και για μια σύγκρουση που έχει αποδειχθεί τόσο αιματοβαμμένη για τους δημοσιογράφους, με το βασικό ερώτημα που παραμένει να είναι πώς καταφέρνουν και βγαίνουν ειδήσεις από την περιοχή.
Στέλεχος του Al Jazeera δήλωσε τη Δευτέρα ότι το δίκτυο δεν θα υποχωρήσει από την κάλυψη όσων συμβαίνουν στον παλαιστινιακό θύλακα και κάλεσε τα μέσα ενημέρωσης να εντείνουν τις προσπάθειες και να προσλάβουν περισσότερους δημοσιογράφους.
Ο πόλεμος του Ισραήλ κατά των δημοσιογράφων στη Γάζα
Σύμφωνα με την Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ), συνολικά 184 Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα ΜΜΕ έχουν σκοτωθεί από το Ισραήλ στον πόλεμο της Γάζας από την έναρξή του τον Οκτώβριο του 2023. Αν τους συγκρίνουμε με τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας έχουν σκοτωθεί μέχρι στιγμής 18 δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα ΜΜΕ, σύμφωνα με την CPJ, επισημαίνει το AP.
Παρότι είναι παράνομο να στοχοποιούνται δημοσιογράφοι, η CPJ δήλωσε ότι κατά την ίδια περίοδο 26 ρεπόρτερ υπήρξαν θύματα στοχευμένων δολοφονιών, τις οποίες χαρακτήρισε φόνους, όπως σημειώνει ο Guardian.
Οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF) εκτιμούν ότι πάνω από 220 Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι έχουν σκοτωθεί από τον Οκτώβριο του 2023.
Πέρα από κάποιες σπάνιες οργανωμένες ξεναγήσεις
, το Ισραήλ έχει απαγορεύσει στα διεθνή μέσα ενημέρωσης να καλύπτουν τον πόλεμο στη Γάζα, που διαρκεί εδώ και 22 μήνες. Τα μέσα ενημέρωσης βασίζονται κυρίως σε Παλαιστίνιους κατοίκους της Γάζας και στην ευρηματικότητά τους για να δείξουν στον κόσμο τι συμβαίνει εκεί. Το Ισραήλ συχνά αμφισβητεί τις διασυνδέσεις και τις προκαταλήψεις των Παλαιστίνιων δημοσιογράφων, αλλά δεν επιτρέπει την είσοδο σε άλλους.
«Απλώς σε πιάνει δέος όταν εμφανίζονται ρεπορτάζ», δήλωσε η Τζέιν Φέργκιουσον, έμπειρη πολεμική ανταποκρίτρια και ιδρύτρια του Noosphere, μιας ανεξάρτητης πλατφόρμας για δημοσιογράφους. Δεν μπορεί να θυμηθεί κάποια σύγκρουση που να ήταν πιο δύσκολη για τους ρεπόρτερ να καλύψουν, παρότι έχει μεταδώσει από το Νότιο Σουδάν, τη Συρία και το Αφγανιστάν.
Το συγκλονιστικό μήνυμα του αλ-Σαρίφ
Ο ανταποκριτής Άνας αλ-Σαρίφ γνώριζε ότι ήταν στόχος και είχε αφήσει πίσω του ένα συγκλονιστικό μήνυμα για να παραδοθεί μετά τον θάνατό του. Ο ίδιος και ακόμη επτά άτομα — έξι εκ των οποίων ήταν δημοσιογράφοι — σκοτώθηκαν την Κυριακή σε αεροπορική επίθεση έξω από το μεγαλύτερο νοσοκομειακό συγκρότημα της Πόλης της Γάζας. Το Ισραήλ έσπευσε να αναλάβει την ευθύνη, ισχυριζόμενο —χωρίς βέβαια να παρουσιάσει αποδείξεις— ότι ο αλ-Σαρίφ ηγείτο πυρήνα της Χαμάς. Τον ισχυρισμό αυτόν διέψευσαν τόσο το ειδησεογραφικό δίκτυο όσο και ο ίδιος ο αλ-Σαρίφ.
Λίγο πριν σκοτωθεί, ο αλ-Σαρίφ, o 28χρονος ανταποκριτής του αραβικού δικτύου, που είχε κάνει εκτενή ρεπορτάζ από τη βόρεια Γάζα, έγραψε στο X ότι το Ισραήλ είχε ξεκινήσει έντονο βομβαρδισμό στα ανατολικά και νότια τμήματα της πόλης της Γάζας. Στην ανάρτησή του μίλησε επίσης για τις δυσκολίες στην κάλυψη των συνεπειών μιας επίθεσης. Ανέφερε ότι έχασε τη δύναμη και την ικανότητα να εκφραστεί όταν έφτασε στο σημείο.
Στο τελευταίο του βίντεο, ακούγονται στο βάθος οι δυνατοί κρότοι από τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς, ενώ ο σκοτεινός ουρανός φωτίζεται από μια πορτοκαλί λάμψη.
Λίγη ώρα μετά την είδηση θανάτου η οικογένεια ανέβασε στο Twitter, το τελευταίο μήνυμά του. Το είχε συντάξει με σαφείς οδηγίες προς την οικογένειά του να το δημοσιεύσει μετά τον θάνατό του. Εκεί, κατηγόρησε ευθέως το Ισραήλ για τη δολοφονία του και περιέγραψε με συγκλονιστικά λόγια όσα έζησε:
«Αυτή είναι η διαθήκη μου και το τελευταίο μου μήνυμα. Αν αυτά τα λόγια φτάσουν σε εσάς, να ξέρετε ότι το Ισραήλ κατάφερε να με σκοτώσει και να με φιμώσει.
Ο Αλλάχ γνωρίζει ότι κατέβαλα κάθε προσπάθεια και αφιέρωσα όλη μου τη δύναμη για να είμαι στήριγμα και φωνή για τον λαό μου, από τότε που άνοιξα τα μάτια μου στον κόσμο, στα σοκάκια του προσφυγικού καταυλισμού της Τζαμπάλια. Η ελπίδα μου ήταν ότι ο Αλλάχ θα μου χάριζε ζωή αρκετή ώστε να επιστρέψω με την οικογένειά μου και τους αγαπημένους μου στην πατρίδα μας, στην κατεχόμενη Ασκαλάν (Αλ-Ματζντάλ). Ωστόσο με πρόλαβε το θέλημα του Αλλάχ και η απόφασή Του είναι οριστική. Έζησα τον πόνο σε όλες του τις εκφάνσεις του, γεύτηκα τη δυστυχία και την απώλεια πολλές φορές, αλλά ποτέ δεν δίστασα να μεταφέρω την αλήθεια όπως είναι, χωρίς διαστρέβλωση ή παραποίηση – ώστε ο Αλλάχ να δώσει μαρτυρία ενάντια σε όσους έμειναν σιωπηλοί, όσους αποδέχτηκαν τη σφαγή μας, όσους έπνιξαν την ανάσα μας και δεν συγκινήθηκαν από τα διαμελισμένα σώματα των παιδιών και των γυναικών μας, χωρίς να κάνουν τίποτα για να σταματήσουν τη σφαγή που ο λαός μας υφίσταται εδώ και πάνω από ενάμιση χρόνο.
Σας εμπιστεύομαι την Παλαιστίνη – το διαμάντι στο στέμμα του μουσουλμανικού κόσμου, τον χτύπο της καρδιάς κάθε ελεύθερου ανθρώπου στη γη. Σας εμπιστεύομαι τον λαό της, τα αδικημένα και αθώα παιδιά της που δεν πρόλαβαν να ονειρευτούν ή να ζήσουν με ασφάλεια και ειρήνη. Τα αγνά τους σώματα συνεθλίβησαν κάτω από χιλιάδες τόνους ισραηλινών βομβών και πυραύλων, κομματιάστηκαν και σκορπίστηκαν στους τοίχους.
Σας εμπιστεύομαι να φροντίσετε την οικογένειά μου. Σας εμπιστεύομαι την αγαπημένη μου κόρη, τη Σαμ, το φως των ματιών μου, που δεν πρόλαβα να δω να μεγαλώνει όπως ονειρευόμουν. Σας εμπιστεύομαι τον αγαπημένο μου γιο, τον Σάλαχ, τον οποίο ήθελα να στηρίξω και να συντροφεύσω στη ζωή, μέχρι να δυναμώσει αρκετά ώστε να σηκώσει το βάρος της αποστολής μου και να τη συνεχίσει. Σας εμπιστεύομαι την αγαπημένη μου μητέρα, οι ευλογημένες προσευχές της οποίας με οδήγησαν εδώ. Οι δεήσεις της ήταν το καταφύγιό μου και το φως της μου έδειχνε τον δρόμο. Προσεύχομαι ο Αλλάχ να της δώσει δύναμη και να την ανταμείψει εκ μέρους μου με την καλύτερη ανταμοιβή.»
Ο απολογισμός των νεκρών δημοσιογράφων στη Γάζα είναι κάτι παραπάνω από βαρύς. Και βαρύτερος είναι για αυτούς του Al Jazeera. Η CPJ εκτιμά ότι 11 δημοσιογράφοι και εργαζόμενοι στα ΜΜΕ που συνεργάζονταν με το AJ έχουν σκοτωθεί στη σύγκρουση της Γάζας, περισσότεροι από οποιονδήποτε άλλο οργανισμό.
Ο Σαλάχ Νεγκμ, διευθυντής ειδήσεων του Al Jazeera English, δήλωσε τη Δευτέρα ότι είναι πολύ δύσκολο να μπει κανείς στη Γάζα. Ωστόσο, όπως τόνισε, η περιοχή είναι γεμάτη από μορφωμένους ανθρώπους και άτομα με δημοσιογραφική εκπαίδευση, που μπορούν να βοηθήσουν στη μετάδοση των ιστοριών προς τον έξω κόσμο. Κάλεσε δε και άλλα μέσα ενημέρωσης να εντείνουν τις προσπάθειές τους.
«Λαμβάνουμε τις ειδήσεις από πολλές πηγές επί τόπου στη Γάζα — όχι μόνο από δημοσιογράφους αλλά και από γιατρούς, νοσοκομεία, δημόσιους υπαλλήλους, εργαζόμενους σε ανθρωπιστικές αποστολές», είπε ο Νεγκμ. «Πολλοί άνθρωποι στη Γάζα μας μιλούν.»
Πολλοί από τους δημοσιογράφους που εργάζονται στη Γάζα αντιμετωπίζουν τις ίδιες δυσκολίες στην εξεύρεση τροφής για τους ίδιους και τις οικογένειές τους, όπως και οι άνθρωποι που καλύπτουν στις ανταποκρίσεις τους. Η Φέργκιουσον από το Noosphere ανέφερε ότι δεν είχε χρειαστεί ποτέ στο παρελθόν να ρωτήσει έναν ρεπόρτερ αν είχε αρκετό φαγητό για την ίδια και το παιδί της.
Σε συνέντευξή του τον Μάιο στο “Democracy Now!”, ο 22χρονος δημοσιογράφος Αμπουμπάκερ Αμπέντ περιέγραψε τη δύσκολη απόφαση που πήρε να φύγει από τη Γάζα για να συνεχίσει τις σπουδές του στην Ιρλανδία. Όπως είπε, δεν υπέφερε μόνο από υποσιτισμό, αλλά η μητέρα του ανησυχούσε ότι η δουλειά του ως δημοσιογράφου θα έκανε τον ίδιο και την οικογένειά του στόχους. «Αν έμενα, θα πέθαινα», είπε.
Η Τζόντι Γκίνσμπεργκ, διευθύνουσα σύμβουλος της Επιτροπής για την Προστασία των Δημοσιογράφων, εξέφρασε την ανησυχία της για τις συνέπειες που μπορεί να υπάρξουν για τους δημοσιογράφους σε μελλοντικές συγκρούσεις, αν όσα συμβαίνουν στη Γάζα συνεχιστούν χωρίς διεθνή καταδίκη με πραγματικό αντίκτυπο.
«Ουσιαστικά παραδέχονται δημόσια κάτι που ισοδυναμεί με έγκλημα πολέμου», είπε η Γκίνσμπεργκ, «και μπορούν να το κάνουν επειδή καμία από τις άλλες επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων δεν είχε καμία συνέπεια. Ούτε σε αυτόν τον πόλεμο, ούτε πριν. Δεν είναι έκπληξη που μπορούν να δρουν με αυτό το επίπεδο ατιμωρησίας, επειδή καμία διεθνής κυβέρνηση δεν τους έχει πραγματικά ζητήσει τον λόγο.»