«Απόφαση-ορόσημο για τους Ευρωπαίους» χαρακτήρισε η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την οποία απορρίπτει την προσφυγή της Δανίας ενάντια στην Οδηγία για «επαρκείς κατώτατους μισθούς».
Η Οδηγία υιοθετήθηκε το 2022. Δεν απαιτεί από τα κράτη μέλη να εισαγάγουν έναν ενιαίο, ομοιόμορφο κατώτατο μισθό. Ωστόσο, θεσπίζει ένα πλαίσιο για τη διασφάλιση επαρκών κατώτατων μισθών στις χώρες όπου ορίζονται από το νόμο και προωθεί ισχυρότερες συλλογικές διαπραγματεύσεις για τον καθορισμό των μισθών στις υπόλοιπες.
Η Δανία είναι μία από τις πέντε χώρες της ΕΕ που δεν έχει ακόμη υιοθετήσει κατώτατο μισθό. Οι άλλες είναι η Ιταλία, η Αυστρία, η Φινλανδία και η Σουηδία. Προσέφυγε ενάντια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ενώπιον του Δικαστηρίου της ΕΕ, υποστηρίζοντας ότι η οδηγία παραβιάζει τις Συνθήκες. Ισχυρίστηκε ότι η Οδηγία νομοθετεί για τις αμοιβές και το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, τομείς που βρίσκονται εκτός της αρμοδιότητας των Βρυξελλών και ανήκουν στην αρμοδιότητα των κρατών-μέλων. Για τον λόγο αυτό, απαιτούσε την πλήρη ακύρωσή της.
Γιατί απορρίφθηκε η προσφυγή
Στην απόφασή του, το Δικαστήριο της ΕΕ επιβεβαιώνει ότι η Οδηγία για «επαρκείς κατώτατους μισθούς» στη συντριπτική πλειονότητά της είναι νόμιμη. Ακυρώνει μόνο δύο διατάξεις, κρίνοντας ότι εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των κρατών-μέλων.
Η πρώτη αφορά την απαίτηση τα κράτη-μέλη με νόμιμο κατώτατο μισθό να λαμβάνουν υπόψη στις διαδικασίες καθορισμού και επικαιροποίησής της. Η δεύτερη εμποδίζει τη μείωση των κατώτατων μισθών όταν υπόκεινται σε μηχανισμό αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής.

Ωστόσο σημειώνει ότι η Οδηγία στο σύνολό της έχει «στέρεες νομικές βάσεις» και απορρίπτει το αίτημα για ακύρωσή της. Σύμφωνα με τους δικαστές, η αποκλειστική εθνική αρμοδιότητα που προβλέπεται από τις Συνθήκες «δεν επεκτείνεται σε όλα τα θέματα που έχουν οποιαδήποτε σχέση με την αμοιβή ή το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι» ούτε καλύπτει «οποιοδήποτε μέτρο που, στην πράξη, θα επηρέαζε ή θα είχε επίδραση στο επίπεδο της αμοιβής». Παρέμβαση, αναφέρουν, θα συνιστούσε μόνο αν οι Βρυξέλλες καθόριζαν άμεσα τις αμοιβές.
Χαιρετίζει η Κομισιόν
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χαιρέτισε την απόφαση του Δικαστηρίου, καθώς όπως σημείωσε «επιβεβαιώνει σε μεγάλο βαθμό τη νομική αρτιότητα της Οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς».
Στην ανακοίνωσή της επισημαίνει ότι «ένας επαρκής κατώτατος μισθός είναι αναγκαίος για την κοινωνική δικαιοσύνη και για μια παραγωγική και χωρίς αποκλεισμούς οικονομία. Συμβάλλει στην προστασία της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, μειώνει τη μισθολογική τους ανισότητα και την εργασιακή τους φτώχεια, στηρίζει την εγχώρια ζήτηση και ενισχύει τα κίνητρα για εργασία. Επίσης, βοηθά να γεφυρωθεί το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων».
Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε σημείωμά της, χαρακτήρισε την απόφαση «ορόσημο», διότι «αφορά την αξιοπρέπεια, τη δικαιοσύνη και την οικονομική ασφάλεια» των Ευρωπαίων πολιτών. Πρόσθεσε ότι η Οδηγία πρέπει να εφαρμοστεί «με πλήρη σεβασμό στις εθνικές παραδόσεις, την αυτονομία των κοινωνικών εταίρων και τη σημασία των συλλογικών διαπραγματεύσεων».
Σχετικά με τις δύο διατάξεις στην Οδηγία για «επαρκείς κατώτατους μισθούς» που ακυρώθηκαν από το Δικαστήριο, μια εκπρόσωπος της εκτελεστικής εξουσίας εξήγησε ότι η Επιτροπή «ανέλυε τον αντίκτυπο» αυτής της απόφασης. Εκτίμησε ότι «δεν θα επηρεάσει σημαντικά το γενικό πλαίσιο».
Η Επίτροπος Εργασίας
Από την πλευρά της, η εκτελεστική αντιπρόεδρος της Κομισιών για τα Κοινωνικά Δικαιώματα και τις Δεξιότητες, τις Ποιοτικές Θέσεις Εργασίας και την Ετοιμότητα, Ροξάνα Μινζάτου, δήλωσε αναφορικά με την Οδηγία για «επαρκείς κατώτατους μισθούς»:
«Η σημερινή απόφαση του Δικαστηρίου ενισχύει το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο που βασίζεται σε δίκαιους και επαρκείς μισθούς και σε ισχυρές συλλογικές διαπραγματεύσεις, αποφέροντας τόσο κοινωνική δικαιοσύνη όσο και οικονομικά οφέλη. Είναι καλά νέα για τους εργαζομένους, ιδίως εκείνους που αμείβονται με χαμηλούς μισθούς, αλλά και για τους εργοδότες σε ολόκληρη την Ευρώπη που καταβάλλουν δίκαιους μισθούς».
Η Επίτροπος Εργασίας επισήμανε επίσης ότι «από την έκδοση της οδηγίας το 2022, οι κατώτατοι μισθοί αυξήθηκαν ραγδαία σε ολόκληρη την Ευρώπη, συμβάλλοντας στην αύξηση των μισθών και του βιοτικού επιπέδου για εκατομμύρια εργαζομένους. Παράλληλα, το χάσμα μεταξύ των πιο υψηλών και των πιο χαμηλών κατώτατων μισθών στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μειωθεί».
