Η ενίσχυση των ισολογισμών, αλλά και ένα ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον, είναι κατά την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), οι δύο λόγοι της εντυπωσιακής υπεραπόδοσης των ελληνικών τραπεζικών μετοχών το εννεάμηνο του 2025, καθώς η βελτίωση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στις προοπτικές τόσο του κλάδου όσο και της χώρας οδήγησαν στις αυξημένες μετοχικές αποδόσεις, οι οποίες έφτασαν ακόμη και το 90%.
Όπως εξηγει η ΤτΕ, οι μετοχές των τραπεζών στη Νότια Ευρώπη (Ελλάδα, Ιταλία, Κύπρος) σημείωσαν εντυπωσιακή άνοδο. Ο βασικός λόγος για την άνοδο των τραπεζικών μετοχών είναι η ενίσχυση της κερδοφορίας τους, που προήλθε από την αύξηση των εσόδων από τόκους, τη βελτιωμένη διαχείριση κόστους και την διαφοροποίηση των πηγών εσόδων.
Παράλληλα, η ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια και η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), κυρίως στην Ελλάδα, Ιταλία και Κύπρο, προσέφεραν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στους τραπεζικούς οργανισμούς, επιτρέποντας τους να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών.


Η σταθερή κερδοφορία και οι θετικές προοπτικές για την οικονομία της Νότιας Ευρώπης, σε συνδυασμό με τις αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας των χωρών της περιοχής, έχουν προσφέρει ταυτόχρονα επιπλέον περιθώρια ανόδου για τις τραπεζικές μετοχές. Ειδικότερα, η υψηλή αποδοτικότητα των τραπεζών και τα προγράμματα επιστροφής κεφαλαίων στους μετόχους μέσω μερισμάτων και επαναγοράς μετοχών έχουν κάνει τους τραπεζικούς τίτλους ακόμα πιο ελκυστικούς για τους επενδυτές.
Ωστόσο, παρά τη θετική αυτή πορεία, οι προκλήσεις που αναφέρθηκαν στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος φέρνουν στο προσκήνιο δύο πηγές αβεβαιότητας.
Γεωπολιτική αβεβαιότητα και εμπορικός προστατευτισμός
Οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ελλάδα παραμένουν κυρίως εξωγενείς και συνδέονται με τις γεωπολιτικές εντάσεις, την άνοδο του εμπορικού προστατευτισμού και το ενδεχόμενο απότομης ανατιμολόγησης των περιουσιακών στοιχείων στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων.
Όπως υπογραμμίζει η ΤτΕ, η επίτευξη της εμπορικής συμφωνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες τον Ιούλιο απέτρεψε μεν έναν εμπορικό πόλεμο, ωστόσο η αβεβαιότητα παραμένει αυξημένη και, σε συνδυασμό με την επιβολή δασμών στις ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, αναμένεται να επιβραδύνει το ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης στην ΕΕ, επηρεάζοντας έμμεσα και την ελληνική οικονομία.


Επίσης, η συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και η έκρυθμη κατάσταση στη Μέση Ανατολή, παρά την πρόσφατη επίτευξη εκεχειρίας, συντηρούν τις γεωπολιτικές εντάσεις και τους κινδύνους κυβερνοασφάλειας. Ταυτόχρονα, ο κίνδυνος απότομης ανατιμολόγησης των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων διεθνώς παραμένει εξαιρετικά υψηλός.
Η επέλευση των παραπάνω κινδύνων θα μπορούσε να επηρεάσει έμμεσα το χρηματοπιστωτικό σύστημα στην Ελλάδα μέσω μείωσης των επενδύσεων και της πιστωτικής επέκτασης, αύξησης του κόστους χρηματοδότησης και επιδείνωσης της ποιότητας του δανειακού και επενδυτικού χαρτοφυλακίου, αναφέρει η ΤτΕ.
Η συνέχεια και οι προοπτικές
Παρά τους παραπάνω κινδύνους, οι τράπεζες της Νότιας Ευρώπης φαίνεται να παραμένουν σε θετική τροχιά βραχυπρόθεσμα, υποστηριζόμενες από την ισχυρή κερδοφορία και την ενισχυμένη κεφαλαιακή τους επάρκεια. Ωστόσο, το διεθνές οικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον θα παραμείνει καθοριστικός παράγοντας για την πορεία των τραπεζικών μετοχών στην περιοχή, με βασικό κριτήριο να είναι η αντοχή στις εξωτερικές πιέσεις.
Υπενθυμίζεται ότι η JP Morgan, σε πρόσφατο note της επιβεβαίωσε τη θετική της στάση για τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών και τις μακροοικονομικές τάσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, αύξησε τις τιμές στόχους των ελληνικών τραπεζών, επικαλούμενη υψηλότερους όγκους εργασιών, χαμηλότερες προβλέψεις, υψηλότερες μερισματικές διανομές και μειωμένο κόστος ιδίων κεφαλαίων (CoE), το οποίο υποχωρεί από το 12% στο 11,5%.
Στο ίδιο μήκος και οι Mediobanca και Bank of America, οι οποίες επίσης αναβάθμισαν τις συστάσεις τους και αύξησαν τις τιμές στόχους τους για τις ελληνικές τράπεζες. Η Bank of America ανέφερε ότι μετά από μια δεκαετία συνεχούς αναδιάρθρωσης και εξυγίανσης, οι ελληνικές τράπεζες εισέρχονται σε μια νέα φάση ωρίμανσης, με το ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στη δημιουργία αξίας για τους μετόχους. Η ισχυρή κεφαλαιακή θέση, η διατηρήσιμη κερδοφορία και οι γενναιόδωρες διανομές είναι, κατά την Bank of America, οι τρεις βασικοί πυλώνες που διαφοροποιούν τον ελληνικό τραπεζικό τομέα από άλλες αγορές της Ευρώπης.
