Παρασκευή, 24 Οκτωβρίου 2025
21.8 C
Athens

Τράπεζα της Ελλάδος: Το κόστος εργασίας αυξήθηκε, αλλά οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν

Ανάμικτα είναι τα νέα για τους μισθούς και τα εισοδήματα, σύμφωνα με τη νέα ανάλυση για την ελληνική οικονομία που δημοσιοποίησε η Τράπεζα της Ελλάδος. Ενώ σε ονομαστικούς όρους αυξήθηκαν, σε πραγματικούς όρους μειώθηκαν, εξαιτίας της επίδρασης του πληθωρισμού.

Η Τράπεζα της Ελλάδος στη νέα ανάλυσή της για την ελληνική οικονομία, διαπιστώνει ότι ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης το β’ τρίμηνο 2025, αν και επιβραδύνθηκε, παραμένει υψηλότερος από τον μέσο ορό της Ευρωζώνης (1,7% έναντι 1,5% σε ετήσια βάση και 0,6% έναντι 0,1% σε) το δεύτερο τρίμηνο του 2025, έναντι . Όμως ο πληθωρισμός παρέμεινε σημαντικά υψηλότερος από τον μέσο όρο της ΕΕ, ροκανίζοντας τα εισοδήματα. Μεταξύ Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2025 αυξήθηκε κατά 3%, έναντι 2,2% στην Ευρωζώνη.

Αγορά εργασίας

Στο κεφάλαιο για την αγορά εργασίας, η Τράπεζα της Ελλάδος διαπιστώνει ότι οι εξελίξεις παραμένουν θετικές, αλλά υπάρχουν προκλήσεις που σχετίζονται με τη «στενότητα» στην αγορά εργασίας.

Η συνολική απασχόληση αυξήθηκε το δεύτερο τρίμηνο του 2025, κυρίως λόγω της αύξησης της απασχόλησης στους τομείς των κατασκευών, της μεταποίησης και των επαγγελματικών υπηρεσιών.

Τα τελευταία μηνιαία στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού δείχνουν ότι η απασχόληση συνέχισε να αυξάνεται τον Αύγουστο του 2025.

Μείωση ανεργίας – Αύξηση μακροχρόνια ανέργων

Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε το δεύτερο τρίμηνο του 2025 κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2024.

Από την άλλη όμως, το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων αυξήθηκε κατά 3,8 ποσοστιαίες μονάδες. Τον Αύγουστο του 2025, το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε περαιτέρω σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, όμως το ισοζύγιο απασχόλησης ήταν αρνητικό.

Επιδείνωση προσδοκιών για την απασχόληση

Οι ροές εξαρτημένης απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα ήταν θετικές το 2025 και υψηλότερες σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024, σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος. Τον Αύγουστο του 2025, οι καθαρές ροές εξαρτημένης απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα ήταν αρνητικές λόγω απολύσεων σε ξενοδοχεία και εστιατόρια.

Ο αριθμός των εγγεγραμμένων ανέργων (στοιχεία ΔΥΠΑ) μειώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2025 λόγω της μείωσης του αριθμού των μακροχρόνια και βραχυπρόθεσμα ανέργων. Ο αριθμός των δικαιούχων επιδομάτων ανεργίας αυξήθηκε σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα.

Ο δείκτης προσδοκιών για την απασχόληση (Ευρωπαϊκή Επιτροπή) μειώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2025 σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2025, λόγω της επιδείνωσης των προσδοκιών για την απασχόληση στον τομέα των υπηρεσιών.

Μειώθηκαν οι κενές θέσεις εργασίας

Όσον αφορά την στενότητα στην αγορά εργασίας, η ανοδική της τάση συνεχίστηκε το 2024. Ωστόσο  τα τελευταία τρίμηνα του 2024 και τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2025 υπάρχουν ενδείξεις χαλάρωσης.

Υπενθυμίζεται ότι η στενότητα στην αγορά εργασίας αναφέρεται στη σχέση μεταξύ  προσφοράς και ζήτησης εργατικού δυναμικού. Όσο περισσότεροι είναι οι άνεργοι από τις προσφερόμενες θέσεις εργασίας, τόσο πιο «χαλαρή» είναι η αγορά και πιο δύσκολο να βρεις δουλειά. Αντιθέτως, η στενότητα στην αγορά εργασίας αυξάνεται όταν oι προσφερόμενες θέσεις δεν καλύπτονται από το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό.

Η στενότητα στην αγορά εργασίας διαφέρει από τομέα σε τομέα,  Το δεύτερο τρίμηνο του 2025, το ποσοστό κενών θέσεων εργασίας έφτασε το 1,6%, από 2,5% το δεύτερο τρίμηνο του 2025. Τα υψηλότερα ποσοστά κενών θέσεων καταγράφηκαν στον τομέα των κατασκευών, των επαγγελματικών, επιστημονικών και τεχνικών δραστηριοτήτων, καθώς και στον τομέα του εμπορίου, της διαμονής και των υπηρεσιών εστίασης.

Αυξάνεται το κόστος εργασίας – Μειώνονται οι πραγματικές αμοιβές

Η (ονομαστική) αμοιβή ανά εργαζόμενο αυξήθηκε κατά 3,2% σε ετήσια βάση το 2025 (με βάση τα στοιχεία του β’ τριμήνου). Το ποσοστό αυτό προκύπτει από τη συνολική αύξηση των αμοιβών των εργαζομένων κατά 6,2%, ενώ ο αριθμός των εργαζομένων αυξήθηκε κατά 2,9%.

Από την άλλη η πραγματική αμοιβή ανά εργαζόμενο μειώθηκε κατά – 1,1 % σε ετήσια βάση το 2025. Αυτό συνέβη επειδή ο αποπληθωριστής ιδιωτικής κατανάλωσης αυξήθηκε περισσότερο από την ονομαστική μισθολογική δαπάνη ανά μισθωτό.

Ο αποπληθωριστής της ιδιωτικής κατανάλωσης μετρά τη μέση μεταβολή των  τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών που αγοράζουν τα νοικοκυριά. Συγκρίνει το τρέχον κόστος ενός καλαθιού καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών με το κόστος του σε ένα έτος βάσης. Είναι ένας βασικός δείκτης για τον πληθωρισμό και χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της πραγματικής ιδιωτικής (προσωπικής) κατανάλωσης.

Ο αποπληθωριστής της ιδιωτικής κατανάλωσης αυξήθηκε κατά 4,3%, ενώ η ονομαστική μισθολογική δαπάνη από εργαζόμενο αυξήθηκε 3,3%

Υποκειμενική φτώχεια

Τα παραπάνω ευρήματα της ΤτΕ, που βασίζονται στα επίσημα στατιστικά στοιχεία, απαντάνε ως ένα βαθμό στο ερώτημα γιατί ενώ το ΑΕΠ αυξάνεται με ταχύτερους ρυθμούς από τον μέσο όρο της ΕΕ, οι Έλληνες έχουν τα πρωτεία στην υποκειμενική φτώχεια.

Όπως ανέδειξε η  Εurostat, οι επτά στους δέκα  Έλληνες (68%) δηλώνουν ότι τα βγάζουν πέρα με δυσκολία και αισθάνονται φτωχοί. Πρόκειται για σχεδόν διπλάσιο ποσοστό από την αμέσως επόμενη «υποκειμενικά φτωχότερη» χώρα τη Βουλγαρία και υπερτριπλάσιο από τον μέσο όρο της ΕΕ.

Η υποκειμενική αίσθηση της φτώχειας δεν σημαίνει ότι είμαστε «κατά φαντασίαν φτωχοί», αλλά ότι τα κόστη διαβίωσης αυξάνονται ταχύτερα από τα πραγματικά εισοδήματα. Η αγοραστική δύναμη του μέσου δεδουλευμένου ωρομισθίου είναι η χαμηλότερη στην ΕΕ και το κατά κεφαλή ΑΕΠ (αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων) είναι το δεύτερο χαμηλότερο μετά τη Βουλγαρία.

Μειώθηκε κατά -3,3% το πραγματικό εισόδημα

Η Τράπεζα της Ελλάδος αναφέρει επίσης ότι το ονομαστικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 0,7% το πρώτο τρίμηνο του 2025 λόγω της θετικής συμβολής του εισοδήματος από εργασία, δηλαδή του εισοδήματος εξαρτημένης εργασίας και του εισοδήματος των αυτοαπασχολουμένων. Όμως, το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 3,3% σε ετήσια βάση, αντανακλώντας την επίδραση του αυξημένου πληθωρισμού.

Επιβραδύνεται η αύξηση των αμοιβών, αυξάνεται σταθερά η παραγωγικότητα

Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος (Unit Labour Cost) αυξήθηκε το 2025 με τον χαμηλότερο ρυθμό των τελευταίων δύο ετών. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ονομαστική αμοιβή ανά εργαζόμενο αυξήθηκε επίσης με τον χαμηλότερο ρυθμό των τελευταίων δύο ετών, ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας συνέχισε να αυξάνεται με σταθερό ρυθμό.

Κάτω από 1000 ευρώ ο μέσος μισθός

Οι δαπάνες για τις αμοιβές των εργαζομένων στη δημόσια διοίκηση (συμπεριλαμβανομένων των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης) αυξήθηκαν κατά 2,1% σε ετήσια βάση τον Ιανουάριο-Αύγουστο του 2025.  Είχαν αυξηθεί κατά 6,0% συνολικά το 2024.

Σύμφωνα με τα ετήσια του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ ο μέσος μικτός μηνιαίος μισθός ανήλθε σε 1.342 ευρώ το 2024, σημειώνοντας αύξηση 7,3% σε σύγκριση με το 2023.

Κατά συνέπεια, αυξήθηκε ο αριθμός των εργαζομένων που κερδίζουν πάνω από 900 ευρώ το μήνα. Σε σύγκριση με το 2023, ο αριθμός των εργαζομένων με μισθούς μεταξύ 901-1200 ευρώ το μήνα αυξήθηκε κατά 16,7%. Επίσης, αντανακλώντας την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 830 ευρώ, το ποσοστό των εργαζομένων που κερδίζουν λιγότερο από 800 ευρώ το μήνα (ακαθάριστα) μειώθηκε στο 17,8%, από 30,9% το 2022.

Πάντως με βάση τα τελευταία στοιχεία του ΕΡΓΑΝΗ για τον ιδιωτικό τομέα, αποδεικνύεται ότι ο μέσος καθαρός μισθός παραμένει κάτω από 1000 ευρώ, ενώ σχεδόν ο ένας στους τέσσερις εργαζόμενους δουλεύει με μερική απασχόληση και μισθούς πείνας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA