Με διψήφιο ρυθμό αυξάνονται οι εταιρικές χρεοκοπίες στις περισσότερες προηγμένες οικονομίες, καθώς το κόστος δανεισμού ενισχύεται και οι κυβερνήσεις αποσύρουν την υποστήριξη της εποχής της πανδημίας αξίας τρισεκατομμυρίων δολαρίων για τις προβληματικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των δικαστηρίων, τα οποία επικαλούνται οι Financial Times, μετά από μια δεκαετία πτώσης, ο αριθμός των εταιρικών πτωχεύσεων στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 30% τους 12 μήνες έως τον Σεπτέμβριο σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους.
Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, δήλωσε ότι οι χρεοκοπίες αυξήθηκαν κατά 25% από τον Ιανουάριο έως τον Σεπτέμβριο σε σύγκριση με την περσινή περίοδο.
Από τον Ιούνιο, παρατηρούνται σταθερά μηνιαίοι «διψήφιοι ρυθμοί ανάπτυξης σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος», ανακοίνωσε την Τρίτη η στατιστική υπηρεσία της χώρας Destatis.
Και όπως αναφέρει η Eurostat, σε ολόκληρο το μπλοκ, τα λουκέτα αυξήθηκαν 13% σε ετήσια βάση τους εννέα μήνες έως τον Σεπτέμβριο, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων οκτώ ετών.
Ο Νιλ Σίρινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Capital Economics εξηγεί στους FΤ ότι τα υψηλότερα επιτόκια, μαζί με την κατάρρευση των εταιρειών ζόμπι που είχαν επιβιώσει με την κρατική υποστήριξη της εποχής της Covid, έχουν τροφοδοτήσει την τάση αυτή.
Ο Σίρινγκ ανέφερε ιδιαίτερα «το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους» και «την ανάκληση της στήριξης της πανδημίας» καθώς και «τους υψηλούς λογαριασμούς ενέργειας, ιδιαίτερα σε τομείς έντασης ενέργειας» ως τις βασικές αιτίες για τις πτωχεύσεις. Και πρόσθεσε ότι οι κλάδοι που πλήττονται περισσότερο από τα αυξημένα ποσοστά αφερεγγυότητας περιλαμβάνουν τις μεταφορές και τη φιλοξενία.
Απότομη ύφεση
Υπενθυμίζεται ότι οι επιχειρήσεις κατάφεραν να αντιμετωπίσουν την απότομη ύφεση που προκλήθηκε από την πανδημία χάρη σε μαζικά προγράμματα κρατικής στήριξης για εταιρείες και νοικοκυριά, τα οποία σύμφωνα με το ΔΝΤ ανήλθαν σε περισσότερα από 10 τρισ. δολάρια, για το 2020 και τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2021. Από τότε όμως τα πακέτα έχουν αποσυρθεί σε μεγάλο βαθμό.
Ο Σίρινγκ προειδοποίησε ότι η τάση θα συνεχιστεί, καθώς πολλές επιχειρήσεις θα πρέπει να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους με υψηλότερα επιτόκια τους επόμενους μήνες, παρά το γεγονός ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών φαίνεται ότι έχουν κορυφωθεί.
Αναλυτές εκτιμούν ότι η αύξηση των χρεοκοπιών θα επιβαρύνει την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα και την αύξηση της απασχόλησης τα επόμενα χρόνια.
Η Σουζάνα Στρίτερ, ανώτερη επενδυτική αναλύτρια στο στην Hargreaves Lansdown, υπογράμμισε επίσης στους FT ότι ενώ η άνοδος οφείλεται εν μέρει στην αναδίπλωση των εταιρειών ζόμπι, «η ανησυχία είναι ότι η ταχεία σύσφιγξη στη νομισματική πολιτική θα ωθήσει στο περιθώριο πολλά υποσχόμενες νεοφυείς επιχειρήσεις και ΜμΕ κάτι που θα μπορούσε να έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες για την ανάπτυξη».
Αυξητική τάση
Ο οίκος αξιολόγησης Moody αναμένει ότι ο παγκόσμιος κερδοσκοπικός δείκτης χρεοκοπίας θα συνεχίσει να αυξάνεται το 2024, φθάνοντας στο 4,5% τους 12 μήνες έως τον Οκτώβριο, πάνω από τον ιστορικό μέσο όρο του 4,1%.
Ο Ντέιβιντ Χάμιλτον, επικεφαλής έρευνας και ανάλυσης στην Moody Analytics, είπε ότι «η πίστωση [θα είναι] είτε πιο ακριβή από ό,τι ήταν, είτε απλώς πιο δύσκολο να επιτευχθεί».
Η γερμανική εταιρεία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών Allianz προέβλεψε ότι οι παγκόσμιοι ρυθμοί αύξησης της αφερεγγυότητας θα φθάσουν στο 10% το επόμενο έτος, μετά την αύξηση 6% το 2023.
Στη Γαλλία, η Ολλανδία και την Ιαπωνία, οι πτωχεύσεις αυξήθηκαν περισσότερο από 30% σε ετήσια βάση τον Οκτώβριο, σύμφωνα με τις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες.
Η ομάδα του ΟΟΣΑ σημείωσε πρόσφατα ότι σε ορισμένες χώρες —συμπεριλαμβανομένων των σκανδιναβικών χωρών τη Δανία, τη Σουηδία και τη Φινλανδία— τα ποσοστά εταιρικής χρεοκοπίας ξεπέρασαν τα επίπεδα στα οποία είχαν φτάσει κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης 2008-2009.
Στην Αγγλία και την Ουαλία, οι πτωχεύσεις για την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου είχαν επίσης φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο από το 2009, σύμφωνα με την Υπηρεσία Αφερεγγυότητας.
Μέχρι στιγμής, οι τομείς της φιλοξενίας, των μεταφορών και του λιανικού εμπορίου με ένταση εργασίας έχουν πληγεί περισσότερο, προειδοποίησε η Allianz. Ανέφερε ότι οι βιομηχανίες που ήταν πιο ευαίσθητες στις αυξήσεις των επιτοκίων, όπως η ακίνητη περιουσία και οι κατασκευές, αναμένεται επίσης να υποστούν πίεση.
Πηγή: ΟΤ