Το τέλος τον βρήκε εκεί που είχε ξεκινήσει πριν από 50 χρόνια. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ένας απλός βουλευτής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) στα πίσω έδρανα της Ομοσπονδιακής Βουλής. Είχε τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική θητεία από όλους, μόλις πριν από δύο χρόνια βρισκόταν στη θέση του προέδρου του Μπούντεσταγκ, του δεύτερου τη τάξει αξιώματος της χώρας. Τελευταία οι δημόσιες εμφανίσεις και παρεμβάσεις του είχαν αραιώσει. Εδινε τη μάχη με τον καρκίνο. Την έχασε το βράδυ της Τρίτης. Απεβίωσε σε ηλικία 81 ετών, σε στενό οικογενειακό περιβάλλον.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήταν ο τελευταίος μεγάλος πολιτικός της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς της Γερμανίας. Συνέδεσε το όνομά του με τους μεγάλους σταθμούς της σύγχρονης γερμανικής και ευρωπαϊκής ιστορίας.
Γεννημένος στο Φράιμπουργκ, με διδακτορικό στα νομικά, μπήκε νωρίς στην πολιτική που ήταν το πάθος του. Σε ηλικία 30 χρονών εξελέγη βουλευτής του CDU – όταν ο Χέλμουτ Κολ εξελέγη καγκελάριος, ο Σόιμπλε έγινε το δεξί του χέρι. Ως υπουργός Καγκελαρίας και στη συνέχεια Εσωτερικών, μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ήταν ο Σόιμπλε που διαπραγματεύτηκε την ενοποίηση των δύο Γερμανιών. Ηταν ο αρχιτέκτονας της Συνθήκης 2+4 που φέρει και τη δική του υπογραφή. «Και μετά βάλαμε τα κλάματα, από τη φόρτιση, την εξάντληση και τη χαρά», περιέγραφε δεκαετίες αργότερα τη σημαντικότερη στιγμή της μεταπολεμικής Γερμανίας.
Μία δολοφονική επίθεση ενός ψυχοπαθούς σε προεκλογική εκδήλωση τον Οκτώβριο του 1990 τον καθήλωσε σε αναπηρικό καροτσάκι για το υπόλοιπο της ζωής του. Αλλά δεν ανέκοψε την πολιτική του πορεία.
Ο Σόιμπλε ήταν ο φυσικός διάδοχος του Κολ, όταν αυτός έχασε τις εκλογές του 1998 και βυθίστηκε στο σκάνδαλο των «μαύρων ταμείων». Ανέλαβε πρόεδρος του CDU, αποστασιοποιήθηκε από τον Κολ. Αλλά ο «πρίγκιπας» Σόιμπλε δεν έγινε ποτέ «βασιλιάς» – καγκελάριος. Εξαιτίας μιας δωρεάς 100.000 μάρκων στο κόμμα, στον απόηχο των «μαύρων ταμείων» του Κολ, αναγκάστηκε να παραδώσει τη σκυτάλη στη μέχρι τότε γενική γραμματέα του CDU Ανγκελα Μέρκελ.
Στα 16 χρόνια καγκελαρίας της Μέρκελ, o Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ήταν ο πολιτικός με τη μεγαλύτερη επιρροή στη Γερμανία και στην Ευρώπη. Βαθύτατα ευρωπαϊστής, όπως το αντιλαμβανόταν η πρώτη μεταπολεμική γενιά, που έβλεπε την επανένωση της Γερμανίας άρρηκτα δεμένη με την ενοποίηση της Ευρώπης. Ταυτόχρονα θεσμολάτρης, πρωτοστάτησε στην ανάπτυξη θεσμών της ΕΕ και της ευρωζώνης για την αντιμετώπιση της «ευρωκρίσης», όπως το προσωρινό ταμείο EFSF, όταν ξεκίνησε η κρίση χρέους της Ελλάδας, και αργότερα ο σημερινός μηχανισμός στήριξης ESM. Η σκληρή δημοσιονομική πειθαρχία που επέβαλε στη Γερμανία και μέσω της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας και στην υπόλοιπη Ευρώπη τον έφερε αντιμέτωπο με την Ελλάδα, δαιμονοποιήθηκε όσο κανένας άλλος γερμανός πολιτικός την περασμένη δεκαετία.
Η κυρίαρχη αντιπαράθεση στην Ευρώπη ήταν τότε στο δίλημμα «Γερμανική Ευρώπη ή ευρωπαϊκή Γερμανία;». «Δεν θέλουμε μία γερμανική Ευρώπη. Η γερμανική Ευρώπη είναι μία ανοησία», έλεγε ο Σόιμπλε σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ τον Απρίλιο του 2014. «Αυτό που θέλουμε είμαι μία ισχυρή Ευρώπη, στην οποία όλοι οι άνθρωποι σε όλα τα μέρη της Ευρώπης, στον Νότο και στον Βορρά, να έχουν την ευκαιρία να διαμορφώσουν τη ζωή τους, να έχουν την ευκαιρία να ζήσουν σε κοινωνική ασφάλεια. Οι Ευρωπαίοι έχουμε μεγαλύτερη απαίτηση κοινωνικής ασφάλειας από τους ανθρώπους στις άλλες ηπείρους. Θέλουμε να μπορούν όλοι οι άνθρωποι να ζουν σε οικολογικά ανεκτό περιβάλλον και σε μία δημοκρατία στην οποία επικρατεί η ισχύς του δικαίου και ισχύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα».
Η μεγαλύτερη διαγραφή χρέους στην Ιστορία που ήρθε με το δεύτερο Μνημόνιο για την Ελλάδα φέρει και τη δική του σφραγίδα. Αλλά στο απόγειο της κρίσης το 2015, όταν η Ελλάδα βρέθηκε στα πρόθυρα εξόδου από το ευρώ, είχε έτοιμο το σχέδιο «πρόσκαιρης εξόδου» και συγκρούστηκε με τη Μέρκελ αλλά την ακολούθησε στην απόφαση να παραμείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη.
Η αναγνώριση
Η σημαντικότερη αναγνώριση ήρθε από τους πολιτικούς αντιπάλους του Σόιμπλε. Ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Ολαφ Σολτς, που είχε διαδεχθεί τον Σόιμπλε στο υπουργείο Οικονομικών, σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ σημείωσε ότι ο Σόιμπλε διαμόρφωσε τη Γερμανία για περισσότερο από μισό αιώνα και ότι η χώρα έχασε έναν οξυδερκή στοχαστή, παθιασμένο πολιτικό και μαχητικό δημοκράτη. «Η Γερμανία χάνει έναν Χριστιανοδημοκράτη, ο οποίος αγαπούσε την αντιπαράθεση, αλλά δεν έχανε ποτέ από το οπτικό του πεδίο την ουσία της πολιτικής: τη βελτίωση της ζωής των πολιτών», τόνισε ανακοίνωση της Καγκελαρίας.
Η Πράσινη υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ σημείωσε ότι σχεδόν κανένας πολιτικός δεν έχει σημαδέψει τη σύγχρονη γερμανική ιστορία και τον δημοκρατικό πολιτισμό της χώρας ούτε έχει συμβάλει τόσο στη γερμανική και ευρωπαϊκή ενοποίηση όσο ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Ο Σόιμπλε στα «ΝΕΑ»
«Η Ελλάδα χρειάστηκε να απαιτήσει πολλά από τον εαυτό της»
Η τελευταία κρούση ήταν τον περασμένο Οκτώβριο. Αλλά η απάντηση στο αίτημα για μία συνέντευξη ήταν αρνητική. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έδινε την τελευταία του μάχη. Η πολιτική – για έναν άνθρωπο που έμεινε για 30 και πλέον χρόνια στο αναπηρικό καροτσάκι, χωρίς να επιτρέπει σε κανέναν να τον βοηθά – ήταν το ελιξίριο ζωής, μολονότι σωματικά φαινόταν ότι οι δυνάμεις του τον εγκαταλείπουν.
Στην τελευταία συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης για «ΤΑ ΝΕΑ» (23-24 Ιουλίου 2022) η Ελλάδα άφηνε πίσω της τα Μνημόνια. Ο Σόιμπλε δήλωνε ότι έχει «ήσυχη τη συνείδησή του, γιατί το κίνητρό του ήταν να βοηθήσει και όχι να βλάψει τους Ελληνες». Ο απολογισμός του Σόιμπλε: «Χρειάστηκε να απαιτήσουμε πολλά από την Ελλάδα, αλλά πρωτίστως η Ελλάδα χρειάστηκε να απαιτήσει πολλά από τον εαυτό της. Το αντίτιμο για την εσωτερική υποτίμηση, την οποία έπρεπε να υποστεί η Ελλάδα, είναι πολύ βαρύ για τους έλληνες πολίτες. Αλλά αυτή ήταν μία απόφαση των Ελλήνων και όχι άλλων Ευρωπαίων».
Η συνέντευξη Τύπου στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών τον Φεβρουάριο του 2015 και η μετωπική σύγκρουση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με τον Γιάνη Βαρουφάκη έμεινε στην Ιστορία. Αλλά ο Σόιμπλε γνώρισε από κοντά και συγκρούστηκε με όλους τους έλληνες ομολόγους του της προηγούμενης δεκαετίας. «Αγωνίστηκα από την αρχή για ένα κούρεμα του χρέους και έπρεπε να περάσει έχοντας απέναντι μαζική αντίσταση κυρίως από την ΕΚΤ», έλεγε στην ίδια συνέντευξη στα «ΝΕΑ». «Θυμάμαι πολύ καλά τον Βενιζέλο, κατέβαλε κάθε προσπάθεια για την Ελλάδα. Του είπα όμως πολύ νωρίς: Κατά βάση έχετε δύο επιλογές, είτε θα εκχωρήσετε την ευθύνη των αποφάσεων καταπιστευτικά σε άλλους, είτε θα αποχωρήσετε για ένα διάστημα από το ευρώ και εμείς θα σας βοηθήσουμε. Ο Βενιζέλος τις απέρριψε και τις δύο για σεβαστούς λόγους. Αλλά το τίμημα που έπρεπε να πληρώσει η Ελλάδα ήταν υψηλό».
Η προσωρινή έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ ήταν η πρόταση του Σόιμπλε και το καλοκαίρι του 2015. «Αυτό είχε προτείνει η μεγάλη πλειοψηφία των υπουργών Οικονομικών στο Γιούρογκρουπ. Και ξέρετε επίσης ότι στην Ελλάδα ορισμένοι υποστήριζαν πως είναι καλύτερο για τη χώρα. Αλλά δεν πέρασε στο Συμβούλιο της ΕΕ για καλά σταθμισμένους λόγους. Μετά ο Τσίπρας με την προκήρυξη νέων εκλογών έκανε ένα θαρραλέο βήμα και απέσπασε ξανά μία πλειοψηφία για την αντίθετη πολιτική από εκείνη για την οποία είχε εκλεγεί. Ηταν αξιοσημείωτη η προσφορά του, η οποία διευκόλυνε τη διάδοχη κυβέρνηση στη διαμόρφωση της βάσης για τη σταθεροποίηση της Ελλάδας. Αυτό αξίζει να αναγνωριστεί».
Premium έκδοση ΤΑ ΝΕΑ