Η Wall Street ζει μια περίοδο πρωτοφανούς ευφορίας. Παρά την αβεβαιότητα σε γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο, τις πιέσεις στον πληθωρισμό και τα υψηλά επιτόκια, οι αμερικανικές μετοχές συνεχίζουν την ξέφρενη πορεία τους, σπάζοντας διαρκώς νέα ιστορικά ρεκόρ. Όμως πίσω από το ράλι κρύβεται μια πραγματικότητα που προκαλεί ανησυχία: οι πιο έγκυροι δείκτες αποτίμησης του χρηματιστηρίου «κοκκινίζουν», προειδοποιώντας για τον κίνδυνο μιας ακόμη χρηματιστηριακής φούσκας.
Το πιο ηχηρό καμπανάκι κινδύνου προέρχεται από τον περίφημο «δείκτη Buffett», αγαπημένο εργαλείο του Γουόρεν Μπάφετ για να αποτιμά την κατάσταση της αγοράς.
Ο δείκτης συγκρίνει τη συνολική κεφαλαιοποίηση των εισηγμένων αμερικανικών εταιρειών με το ΑΕΠ των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Bloomberg, η αναλογία αυτή εκτοξεύτηκε στο 232%, το υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος, ο ίδιος ο Μπάφετ έχει χαρακτηρίσει «υγιές» ένα επίπεδο κάτω του 90%, ενώ πάνω από το 135% θεωρείται ξεκάθαρο σήμα φούσκας.
Το σημερινό 232% ξεπερνά ακόμη και το 217% που καταγράφηκε το 2021, αλλά και το 150% που προηγήθηκε του σκάσματος της «dotcom bubble» στις αρχές του 2000.
Το Shiller P/E (CAPE) και η ιστορική μνήμη
Ανησυχητικά μηνύματα εκπέμπει και το Shiller P/E, γνωστό και ως CAPE (Cyclically Adjusted Price-to-Earnings Ratio), που ανέπτυξε ο νομπελίστας Ρόμπερτ Σίλερ. Σε αντίθεση με τον παραδοσιακό δείκτη τιμής προς κέρδη (P/E), ο CAPE υπολογίζει τα κέρδη της τελευταίας δεκαετίας, προσαρμοσμένα στον πληθωρισμό, ώστε να εξαλείφει τις στρεβλώσεις που προκαλούν οι οικονομικοί κύκλοι.
Η ιστορική μέση τιμή του CAPE από το 1871 είναι 17,3 μονάδες. Σήμερα, έχει εκτοξευθεί στις 39,9, το τρίτο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 154 ετών. Σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις που ο δείκτης ξεπέρασε το όριο των 30 μονάδων, ακολούθησε βουτιά των αμερικανικών δεικτών κατά 20% έως και 89%.
Στην καρδιά της χρηματιστηριακής έκρηξης βρίσκεται η παντοκρατορία των λεγόμενων «7 Μεγάλων Τεχνολογικών»: Apple, Microsoft, Amazon, Alphabet, Meta, Tesla και Nvidia. Οι εταιρείες αυτές αντιπροσωπεύουν πλέον περισσότερο από το ένα τρίτο της συνολικής κεφαλαιοποίησης του S\&P 500, καθιστώντας την αγορά εξαιρετικά συγκεντρωμένη. Με άλλα λόγια, η πορεία του δείκτη εξαρτάται σε δυσανάλογο βαθμό από την τύχη αυτών των λίγων εταιρειών.
Η αισιοδοξία γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη και η προσδοκία μελλοντικών μειώσεων των επιτοκίων έχουν λειτουργήσει ως καύσιμο για την εκτόξευση των μετοχών τους. Όμως αυτή η υπερσυγκέντρωση αυξάνει τον κίνδυνο: αν έστω και μία από αυτές τις εταιρείες «στραβοπατήσει», το ντόμινο θα επηρεάσει ολόκληρη την αγορά.
Η ευφορία της τεχνολογίας και τα σκιώδη ρίσκα
Η άνοδος δεν περιορίζεται στους κολοσσούς. Ακόμη και μη κερδοφόρες τεχνολογικές εταιρείες, παρακολουθούμενες από την UBS, έχουν ενισχυθεί κατά 21% από τον Ιούλιο, όταν ο Nasdaq 100 κέρδισε μόλις 5,9%. Ονόματα όπως η SoundHound και η Unity Software θυμίζουν την περίοδο 2021, όταν τα χαμηλά επιτόκια γιγάντωσαν μια φούσκα σε speculative assets που τελικά έσπασε βίαια.
Αναλυτές όπως ο Ted Mortonson της Robert W. Baird χαρακτηρίζουν το ράλι «χωρίς θεμελιώδη βάση» και αποτέλεσμα μιας «υπερβολικής κερδοσκοπίας» που τροφοδοτείται από πλατφόρμες όπως το Reddit και το Robinhood. «Η εικόνα θυμίζει καζίνο», προειδοποιεί, προβλέποντας ένα αναπόφευκτο κύμα απογοήτευσης.
Οι προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων έχουν ενισχύσει την αισιοδοξία. Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο Torsten Slok της Apollo, η τεχνολογία είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στις αυξήσεις:
1. Οι αποτιμήσεις βασίζονται σε μελλοντικά κέρδη, που γίνονται λιγότερο ελκυστικά όταν ανεβαίνει το επιτόκιο προεξόφλησης.
2. Οι εταιρείες χρειάζονται συνεχή χρηματοδότηση για projects πολλών ετών.
3. Οι επενδυτές, όταν υπάρχουν υψηλές αποδόσεις στα ομόλογα, μειώνουν την όρεξη για ρίσκο.
Με τον πληθωρισμό να πιέζεται ανοδικά από δασμούς, αποπαγκοσμιοποίηση και δημογραφικές αλλαγές, τα επιτόκια ενδέχεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. Αυτό καθιστά το περιβάλλον ακόμη πιο δύσκολο για τις τεχνολογικές μετοχές που οδηγούν το ράλι.
Το δίλημμα των επενδυτών
Η ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα όπου η ευφορία κατέληξε σε οδυνηρή διάψευση. Από τη «φούσκα των dotcom» μέχρι την κρίση του 2008, τα μοτίβα επαναλαμβάνονται: δείκτες που χτυπούν κόκκινο, επενδυτές που αγνοούν τα σήματα κινδύνου και μια αγορά που συνεχίζει να τρέχει, μέχρι να συναντήσει την «καρφίτσα» που θα σκάσει τη φούσκα.
Σήμερα, το ερώτημα δεν είναι αν η Wall Street βρίσκεται σε ανοδική φάση – αυτό είναι δεδομένο. Το πραγματικό δίλημμα είναι αν αυτό το ράλι στηρίζεται σε στέρεες βάσεις ή αν αποτελεί μια ακόμη φάση «υπερβολικής ευφορίας», όπως προειδοποιούν οι ειδικοί.
Όπως είπε ο ίδιος ο Γουόρεν Μπάφετ, «όταν πέσει η παλίρροια, βλέπεις ποιος κολυμπούσε γυμνός». Η Wall Street αυτή τη στιγμή μοιάζει με άλογο που τρέχει ανεξέλεγκτα. Το ερώτημα είναι ποια θα είναι η στιγμή που θα συναντήσει το εμπόδιο που θα το σταματήσει – και πόσο οδυνηρή θα είναι η πτώση.