Σάββατο, 23 Νοεμβρίου 2024
20.1 C
Athens

Υψηλές τιμές, χαμηλή προσφορά στο μικροσκόπιο της αγοράς

Η μείωση της παραγωγής ελαιολάδου στην Ευρώπη και ιδιαίτερα σε χώρες όπως είναι η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία έχει ανεβάσει σημαντικά τις τιμές, ενώ πίσω δεν έχει μείνει ούτε η Ελλάδα. Πρόκειται για εξελίξεις που δημιουργούν τις προϋποθέσεις για ανακατατάξεις στον κλάδο εάν τα φαινόμενα αυτά συνεχιστούν.

Η φετινή ανθοφορία των ελαιοδέντρων σε όλες τις ελαιοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας βρίσκεται σε εξέλιξη, με τις υψηλές θερμοκρασίες του προηγούμενου διαστήματος να δημιουργούν προσδοκίες για καλύτερη σοδειά τη φετινή χρονιά, εφόσον δεν υπάρξουν κλιματικά φαινόμενα που θα επηρεάσουν την παραγωγή.

Προβλέψεις

Μάλιστα οι προβλέψεις της παραγωγής για τη νέα ελαιοκομική περίοδο τόσο στην Ελλάδα όσο και στις άλλες χώρες της Μεσογείου θα είναι και αυτές που θα επηρεάσουν την τιμή του ελαιολάδου, η οποία σήμερα κυμαίνεται στα 7,5-8 ευρώ το κιλό.

Η Ισπανία, που είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός ελαιολάδου στον κόσμο με μερίδιο 40% στην παγκόσμια αγορά, παρήγαγε μόνο 670.000 τόνους τη σεζόν 2022-2023, από 1,3 με 1,5 εκατ. τόνους που ήταν μέχρι πρόσφατα η ετήσια παραγωγή της χώρας. Για τη σεζόν 2023-2024 η παραγωγή που ολοκληρώθηκε αναμενόταν να διαμορφωθεί έως τους 850.000 τόνους όταν θα βγουν τα τελικά στοιχεία, σύμφωνα με στοιχεία που επικαλείται τοCNBC.

Η σημαντική αυτή μείωση έχει επηρεάσει άμεσα τις τιμές. Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο στην περιοχή της Ανδαλουσίας στην Ισπανία έχει φτάσει να πωλείται στα επίπεδα των 8 ευρώ το κιλό, ενώ τον Ιανουάριο οι τιμές είχαν ξεπεράσει ακόμη και τα 9 ευρώ το κιλό. Πρόκειται για αύξηση πάνω από 65% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι όταν οι τιμές ήταν στα επίπεδα των περίπου 5,5 ευρώ το κιλό. Η υποχώρηση των τιμών τις τελευταίες εβδομάδες οφείλεται στο γεγονός ότι υπήρξαν νέες προβλέψεις για αύξηση της παραγωγής κατά περίπου 40.000 μετρικούς τόνους τη σεζόν 2023-2024 σε σύγκριση με την προηγούμενη πρόβλεψη.

Μεγάλες προκλήσεις

Ακόμη κι έτσι όμως οι προκλήσεις είναι μεγάλες και εντοπίζονται κυρίως στην κλιματική αλλαγή και στις ασθένειες που αντιμετωπίζουν οι ελιές. Σε ανάλυση των κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) ανακοίνωσε τον Μάρτιο ότι οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να προετοιμαστούν για καταστροφικές, όπως τις χαρακτήρισε, συνέπειες, καθώς η βαθύτερη κλιματική κρίση πλήττει τις οικονομίες τους. Ειδικότερα, η έκθεση αυτή του ΕΟΠ αναφέρει ότι οι κλιματικές επιπτώσεις στην παραγωγή τροφίμων θα μπορούσαν να πλήξουν σκληρά την ήπειρο. Περισσότερο κινδυνεύει η Νότια Ευρώπη, καθώς η ακραία ζέστη γίνεται πιο συχνή και τα πρότυπα βροχοπτώσεων αλλάζουν.

Οι αυξήσεις στις τιμές του ελαιολάδου ήταν τόσο μεγάλες που άρχισε να εκδηλώνεται κύμα κλοπών. Τα σουπερμάρκετ στην Ισπανία ανακοίνωσαν στις αρχές Μαρτίου ότι είναι το είδος που έβαζαν στο μάτι περισσότερο συμμορίες, με στόχο να το μεταπουλήσουν στη μαύρη αγορά. Εκτός σουπερμάρκετ, έχουν καταγραφεί περιστατικά που εκδηλώθηκαν κλοπές δεκάδων χιλιάδων τόνων ελαιολάδου από ελαιοτριβεία, με τις ζημιές να φτάνουν τα εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.

Τι λένε οι παραγωγοί

Σύμφωνα με τους παραγωγούς ακόμα είναι νωρίς να προδικάσει κανείς τις εξελίξεις. Η καρπόδεση προς τα τέλη Μαΐου στην Ελλάδα θα είναι αυτή που θα δώσει αν όχι με ασφάλεια την πρώτη εικόνα για τη φετινή παραγωγή. Οσο για τα αποθέματα ελαιόλαδου στην Ελλάδα, αυτά επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες της αγοράς το ερχόμενο καλοκαίρι, ενώ οι παραγωγοί που κρατούν ακόμα αποθέματα στις αποθήκες τους ίσως να πιεστούν να πουλήσουν σε χαμηλότερες τιμές εάν οι προβλέψεις είναι θετικές για τη νέα παραγωγική σεζόν. Πάντως σύμφωνα με εκτιμήσεις των ανθρώπων της αγοράς στις δεξαμενές εκτιμάται ότι παραμένουν περί τους 50.000-55.000 τόνους ελαιολάδου.

Καθοριστικό στοιχείο για την εξέλιξη των τιμών θα είναι και στη χώρα μας οι εξελίξεις της παραγωγής στην Ισπανία, η οποία αποτελεί βαρόμετρο στη διαμόρφωση των τιμών διεθνώς, αφού αποτελεί εκτός από χώρα παραγωγό και μεγάλο εισαγωγέα. Η συνολική παραγωγή ελαιολάδου στην ΕΕ εκτιμάται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι θα ανέλθει σε 1.488.000 τόνους την περίοδο 2023-2024.

Premium Έκδοση Τα Νέα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA