Δευτέρα, 9 Ιουνίου 2025
26.9 C
Athens

Δημογραφικό: Μια… βραδυφλεγής βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας

Ιδιαιτέρως υψηλοί είναι οι κίνδυνοι που απορρέουν τόσο από το δημογραφικό όσο και από τη σφιχτή αγορά εργασίας στην Ελλάδα. Η Κομισιόν καταγράφει -στην έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο– τους λόγους για τους οποίους θα πρέπει να υπάρχει ανησυχία στην Ελλάδα σε σχέση με τα παραπάνω.

Όπως σημειώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή η χώρα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει διαρθρωτικές προκλήσεις σε ό,τι αφορά το δημογραφικό, το brain drain και τη χαμηλή συμμετοχή στην αγορά εργασίας ορισμένων ομάδων, ιδίως των γυναικών και των νέων. Για αυτό και κρίσιμη θεωρείται η αύξηση του ποσοστού των γυναικών και των ευάλωτων ομάδων που εργάζονται ή αναζητούν εργασία και στη βελτίωση της κατάρτισης με την ενίσχυση της συνεχούς επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών.

Το πρόβλημα της μείωσης του πληθυσμού

Ο γηράσκων πληθυσμός της Ελλάδας χρειάζεται αποτελεσματική υποστήριξη για να αναλάβει κατάρτιση, σύμφωνα με την ΕΕ. Αν και ο ρυθμός μείωσης του πληθυσμού έχει πρόσφατα επιβραδυνθεί, η Ελλάδα έχει βιώσει καθαρή μείωση σχεδόν μισού εκατομμυρίου κατοίκων από το 2014. Τα ποσοστά γεννήσεων έχουν πέσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, με μόνο 71 000 γεννήσεις το 2023 (σε σύγκριση με πάνω από 100 000 το 2012). Ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας προβλέπεται να συρρικνωθεί κατά 25% μεταξύ 2023 και 2070, κάτι που αναμένεται να αποτελέσει μια από τις πιο ραγδαίες μειώσεις στην ΕΕ.

Η προβλεπόμενη μείωση του πληθυσμού σε ό,τι αφορά την παραγωγική ηλικία εργασίας (-7,2% έως το 2030) κινδυνεύει να επιδεινώσει την έλλειψη εργατικού δυναμικού και να υπονομεύσει το αναπτυξιακό δυναμικό. Καθώς ο πληθυσμός γερνάει όλο και περισσότερο, ο δείκτης εξάρτησης από τους ηλικιωμένους προβλέπεται να αυξηθεί από 39% το 2022 σε ένα μέγιστο 66% περίπου το 2070. Αυτές οι δημογραφικές μεταβολές θα επιδεινώσουν τη στενότητα της αγοράς εργασίας, υπογραμμίζοντας την επείγουσα ανάγκη ενεργοποίησης όσων βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας και καλύτερης ενσωμάτωσής τους στην αγορά εργασίας.

Σύμφωνα με την ΕΕ, η Ελλάδα αναπτύσσει τώρα ένα δεκαετές σχέδιο δράσης για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, προκειμένου να μετριάσει τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις αυτών των δυσμενών δημογραφικών αλλαγών. Έχει επίσης δημιουργήσει μια πλατφόρμα για τη διασύνδεση Ελλήνων με υψηλή εξειδίκευση που εργάζονται στο εξωτερικό με επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Παρά τις προσπάθειες αυτές, διαρθρωτικά εμπόδια, όπως οι μεγάλες καθυστερήσεις στην απονομή συντάξεων σε άτομα που διαμένουν εκτός Ελλάδας και εργάστηκαν προσωρινά στη χώρα, ενδέχεται να επηρεάσουν την ελκυστικότητα της αγοράς εργασίας.

Χαμηλοί μισθοί

Εν τω μεταξύ, η αύξηση των μισθών παραμένει υποτονική, με τις πραγματικές αποδοχές ανά εργαζόμενο να αυξάνονται μόνο συγκρατημένα το 2024 (κατά 1,5%) μετά από δύο χρόνια μείωσης. Επιπλέον, ορισμένα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού έχουν πολύ χαμηλά ποσοστά συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό λόγω των επίμονων εμποδίων στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας.

Οι συνθήκες εργασίας παραμένουν δύσκολες για πολλούς εργαζόμενους, γεγονός που καθιστά προτεραιότητα τη βελτίωση της ποιότητας της εργασίας προκειμένου να βελτιωθεί η κοινωνική δικαιοσύνη. Η χώρα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά χαμηλόμισθων στην ΕΕ (21,7% το 2022) και – από το 2023 – ένα από τα υψηλότερα ποσοστά εργαζομένων που εργάζονται πολλές ώρες (12,4% το 2024), με την πλήρη απασχόληση να αντιστοιχεί σε 42,3 ώρες κατά μέσο όρο την εβδομάδα. Επιπλέον, πάνω από το 30% των Ελλήνων εργαζομένων εργάζονται τα Σαββατοκύριακα και πάνω από το 35% δήλωσαν ότι συνήθως εργάζονται κατά τη διάρκεια του απογεύματος.

Τα προβλήματα στην απασχόληση

Η ελληνική αγορά εργασίας συνέχισε να βελτιώνεται, αλλά οι διαρθρωτικές προκλήσεις εξακολουθούν να υφίστανται. Τα ποσοστά απασχόλησης και δραστηριότητας αυξήθηκαν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, φθάνοντας το 69,3% και 77,% το 2024, αντίστοιχα. Ωστόσο, και τα δύο ποσοστά παραμένουν πολύ χαμηλότερα από τους μέσους όρους της ΕΕ (75,8% και 80,4%).

Στο 71,1%, ο στόχος της χώρας για το ποσοστό απασχόλησης το 2030 βρίσκεται μόλις 1,8 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.) πάνω από τα σημερινά επίπεδα, γεγονός που υποδηλώνει ότι με τους σημερινούς ρυθμούς η Ελλάδα θα μπορούσε να επιτύχει αυτόν τον στόχο πριν από το 2030. Το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε στο 10,1% το 2024, σηματοδοτώντας σημαντική πρόοδο σε σύγκριση με το μέγιστο ποσοστό του 27,8% το 2013, αλλά παραμένει πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 5,9%.

Το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας έφτασε το 5,4%, εξακολουθώντας να είναι σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 1,9%, ενώ το μερίδιο της μακροχρόνιας ανεργίας στη συνολική ανεργία είναι ένα από τα υψηλότερα στην ΕΕ.

Τα μεγάλα εμπόδια για τις γυναίκες

Οι γυναίκες στην Ελλάδα εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν εμπόδια στην ένταξή τους στην αγορά εργασίας σε σύγκριση με τους άνδρες. Το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών στην Ελλάδα, αν και βελτιώνεται, είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ (59,9% έναντι ΕΕ: 70,8% το 2024). Η κατάσταση είναι πιο δραματική για τις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας (ηλικίας 55-64 ετών), καθώς μόνο το 46,7% ήταν απασχολούμενες το 2024 (έναντι 69,2% των ανδρών στην ίδια ηλικιακή ομάδα), λόγω της σύνθετης επίδρασης των εμποδίων που αντιμετωπίζουν κατά την είσοδο και την επανείσοδό τους στην αγορά εργασίας.

Το χάσμα μεταξύ των δύο φύλων στην απασχόληση είναι σχεδόν διπλάσιο από τον μέσο όρο της ΕΕ (18,8 π.μ. έναντι 10,0 π.μ.) και δεν έχει παρουσιάσει σημαντική βελτίωση από το 2013. Το 2024, το ποσοστό ανεργίας για τις γυναίκες είναι επίσης σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (12,8% έναντι 6,2%) και από εκείνο των ανδρών στην Ελλάδα (8,0%).

Το χάσμα απασχόλησης των γυναικών είναι ένα από τα υψηλότερα στην ΕΕ και η παραγωγικότητα της εργασίας υπολείπεται του μέσου όρου της ΕΕ. Το χαμηλό ποσοστό απασχόλησης των γυναικών μπορεί να σχετίζεται με την υψηλή φορολογική σφήνα (tac widget-αφορά στο σύνολο των κρατήσεων φόρων βαρύνουν εργαζόμενους και εργοδότες και συγκεκριμένα το άθροισμα των φόρων εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών) για τους εργαζόμενους με χαμηλότερη εισόδημα (συνήθως γυναίκες). Λαμβάνοντας υπόψη τις δυσμενείς δημογραφικές προβλέψεις για την Ελλάδα, οι ελληνικές αρχές θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν την επιστροφή των γυναικών στην εργασία (π.χ. μέσω φορολογικών κινήτρων), σύμφωνα με την Κομισιόν.

Επιπλέον, οι γυναίκες έχουν περισσότερες πιθανότητες να παραμείνουν άνεργες σε σχέση με τους άνδρες, καθώς το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας για τις γυναίκες (8,3%) είναι υπερδιπλάσιο σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες (4,0%). Επιπλέον, οι γυναίκες απασχολούνται περισσότερο με μερική απασχόληση από ό,τι οι άνδρες (10,3% και 3,1%, αντίστοιχα).

Η χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας αποτελεί τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη και υπογραμμίζει σημαντικές προκλήσεις που οφείλονται στην ανεπαρκή πρόσβαση σε υπηρεσίες παιδικής φροντίδας και μακροχρόνιας φροντίδας, σε θεσμικούς φραγμούς και σε περιορισμένες ευκαιρίες εξισορρόπησης επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.

Πηγή: ΟΤ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA