Τρίτη, 18 Νοεμβρίου 2025
18.9 C
Athens

Ευρώπη: Είναι η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης η μόνο λύση;

Στις αρχές Οκτωβρίου 2025, η Ευρώπη παρακολούθησε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία, όπου ο πρωθυπουργός Σεμπαστιάν Λεκορνού δεσμεύτηκε να αναστείλει τις αντιδημοφιλείς μεταρρυθμίσεις που αύξησαν την ηλικία συνταξιοδότησης από 62 σε 64 έτη, μέχρι το 2027, εν όψει των προεδρικών εκλογών.

Η απόφαση αυτή προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις: οι σοσιαλιστές βουλευτές μίλησαν για νίκη, η επιχειρηματική κοινότητα εξέφρασε την ανησυχία της, ενώ η S&P υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας.

Παρόμοιες προκλήσεις αντιμετωπίζουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες, καθιστώντας αναγκαία μια ευρύτερη συζήτηση για βιώσιμες και δίκαιες συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις στην Ευρώπη, γράφουν σε κοινό άρθρο τους στο The Conversation οι καθηγητές οικονομικών Javier Díaz Giménez και Julián Díaz Saavedra.

Δημογραφικές προκλήσεις και οικονομικές πιέσεις

Η Ευρώπη γερνάει ταχύτερα από ποτέ.

Τα ποσοστά γεννήσεων μειώνονται, ενώ το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται, δημιουργώντας συστήματα όπου λιγότεροι εργαζόμενοι χρηματοδοτούν τις συντάξεις περισσότερων συνταξιούχων για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.

Παράλληλα, οι τεχνολογικές αναταραχές μειώνουν το μερίδιο του εισοδήματος από εργασία στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, εντείνοντας την πίεση στα δημόσια συνταξιοδοτικά ταμεία.

Τα περισσότερα ευρωπαϊκά συστήματα καταβολής συντάξεων σχεδιάστηκαν σε διαφορετικές δημογραφικές συνθήκες και σήμερα χρειάζονται προσαρμογές που θα αντικατοπτρίζουν τη σύγχρονη πραγματικότητα, γράφουν οι  Giménez και Saavedra.

Αντίστοιχες προσαρμογές γίνονται σε άλλους τομείς, όπως η εκπαίδευση, όπου περιορίζεται η κατασκευή νέων σχολείων ή αναδιαμορφώνονται σχολικές περιφέρειες λόγω μειωμένου αριθμού παιδιών.

Ωστόσο, η συζήτηση για την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης προκαλεί έντονες κοινωνικές αντιδράσεις σε πόλεις όπως το Παρίσι, η Μαδρίτη ή οι Βρυξέλλες, γεγονός που καθιστά πολιτικά δύσκολες τις αλλαγές.

Η ευρωπαϊκή προοπτική

Η Γαλλία πρότεινε αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης κατά δύο έτη, στα 64, ενώ η Δανία προσαρμόζει την ηλικία κάθε πέντε έτη σύμφωνα με το προσδόκιμο ζωής, με στόχο να φτάσει τα 70 έως το 2040.

Παράλληλα, χώρες όπως η Ισπανία εφαρμόζουν μεταρρυθμίσεις που συνδυάζουν αυξήσεις της ηλικίας συνταξιοδότησης με μέτρα για τη διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας του συστήματος.

Η Γερμανία, από την πλευρά της, προσαρμόζει σταδιακά τις συντάξεις και εισάγει κίνητρα για εθελοντική εργασία πέραν της επίσημης ηλικίας συνταξιοδότησης, προσπαθώντας να ισορροπήσει μεταξύ δημογραφικών πιέσεων και κοινωνικής αποδοχής.

Ωστόσο, η πολιτική διάσταση συνεχίζει να εμποδίζει τις μεταρρυθμίσεις καθώς η -για πολλούς έυλογη- κοινωνική αντίδραση μπορεί να είναι έντονη.

Αυτό φαίνεται σε πρόσφατες διαδηλώσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπου χιλιάδες πολίτες διαμαρτύρονται για την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης ή τη μείωση των συντάξεων.

Πολυδιάστατη προσέγγιση για βιώσιμες συντάξεις

Για να ξεπεραστούν οι πολιτικές και κοινωνικές προκλήσεις, οι ειδικοί προτείνουν μια πολυδιάστατη στρατηγική.

 Αντί να εστιάζουμε αποκλειστικά στην ηλικία συνταξιοδότησης, η προσέγγιση πρέπει να περιλαμβάνει:

  • Αυτόματες προσαρμογές: Κανόνες που ρυθμίζουν τις συντάξεις σύμφωνα με τις οικονομικές και δημογραφικές αλλαγές, καθιστώντας τα συστήματα πιο προβλέψιμα και αξιόπιστα.
  • Εφάπαξ αποζημιώσεις: Χρηματοδότηση από το κράτος για όσους πλήττονται από μειώσεις συντάξεων, ώστε να μειωθεί η κοινωνική αντίδραση.

Το μειονέκτημα είναι η ανάγκη έκδοσης νέου δημόσιου χρέους, αλλά οι αποζημιώσεις διασφαλίζουν ότι οι ηλικιωμένοι ψηφοφόροι δεν θα μπλοκάρουν τις μεταρρυθμίσεις, όπως έχει συμβεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

Πέντε κλειδιά για επιτυχημένες μεταρρυθμίσεις

Οι επιτυχημένες συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις βασίζονται σε πέντε βασικές αρχές:

  1. Παράγοντας βιωσιμότητας: Προσαρμόζει το ποσό των αρχικών συντάξεων στο προσδόκιμο ζωής, ενθαρρύνοντας την παράταση της επαγγελματικής ζωής.
  2. Κανόνας αυτόματης προσαρμογής: Ενημερώνει τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα ώστε να διασφαλίζεται η οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος, ανεξαρτήτως του δείκτη τιμών καταναλωτή.
  3. Υπολογισμός βάσει εισφορών όλης της επαγγελματικής ζωής: Αντικαθιστά μεθόδους που ευνοούν τους υψηλόμισθους και υποκεφαλαιοποιούν το σύστημα.
  4. Κατάργηση ανώτατων ορίων στις εισφορές: Εξασφαλίζει ότι οι υψηλόμισθοι συνεισφέρουν περισσότερο, χωρίς να λαμβάνουν υψηλότερες συντάξεις.
  5. Εφάπαξ αποζημίωση για τους πληττόμενους: Διασφαλίζει δίκαιη μετάβαση και μειώνει την κοινωνική αντίδραση.

Όταν συνδυάζονται, αυτά τα μέτρα βελτιώνουν τη χρηματοοικονομική βιωσιμότητα των συστημάτων, ενθαρρύνουν την ιδιωτική αποταμίευση και προωθούν τη μακροχρόνια επαγγελματική ζωή.

Η προαναγγελία των μεταρρυθμίσεων επιτρέπει στα νοικοκυριά να προσαρμόσουν τις επιλογές τους, μειώνοντας το κόστος της μετάβασης και ενισχύοντας τη διαφάνεια.

Η αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων

Οι μεταρρυθμίσεις των συντάξεων θα προκαλέσουν αντιπαραθέσεις, αλλά η εναλλακτική είναι πολύ χειρότερη, υποστηρίζει το άρθρο.

Χωρίς αλλαγές, χώρες όπως η Ισπανία θα πρέπει να αυξήσουν τον μέσο φόρο προστιθέμενης αξίας κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες για να διατηρήσουν τα συστήματα.

Η εμπειρία της Ευρώπης δείχνει ότι μόνο μέσω διαφανών, δίκαιων και πολυδιάστατων μεταρρυθμίσεων οι συντάξεις μπορούν να παραμείνουν βιώσιμες, προστατεύοντας τόσο τους συνταξιούχους όσο και τις μελλοντικές γενιές εργαζομένων.

Οι χώρες που θα επενδύσουν σε αυτόματους μηχανισμούς προσαρμογής, δίκαιες εισφορές και αποζημιώσεις για τους πληττόμενους θα αποφύγουν κοινωνικές αναταραχές και θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη στο σύστημα.

Μία εξίσωση με πολλές συνιστώσες

Ωστόσο, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζουν οι συγγραφείς του άρθρου, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι η εμμονή στη δημοσιονομική «βιωσιμότητα» κινδυνεύει να παραβλέψει τη κοινωνική διάσταση του ζητήματος.

Οι συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις που βασίζονται αποκλειστικά σε αριθμούς και δείκτες ενδέχεται να αγνοούν τις πραγματικές συνθήκες ζωής εκατομμυρίων εργαζομένων.

Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι μπορούν πράγματι να εργαστούν περισσότερα χρόνια. Εργαζόμενοι σε χειρωνακτικά επαγγέλματα, σε χαμηλόμισθες ή επισφαλείς θέσεις, φτάνουν στα 60 με φθαρμένη υγεία και περιορισμένες επιλογές απασχόλησης. Για αυτούς, κάθε επιπλέον έτος εργασίας δεν είναι απλώς «οικονομική αναγκαιότητα», αλλά μια σκληρή καθημερινότητα.

Επιπλέον, η αύξηση της εξάρτησης από την ιδιωτική αποταμίευση ευνοεί όσους έχουν υψηλότερα εισοδήματα και δυνατότητα αποθεματοποίησης, διευρύνοντας έτσι τις κοινωνικές ανισότητες. Η έννοια της «δίκαιης μετάβασης» που προτείνεται, συχνά παραμένει θεωρητική, καθώς οι αποζημιώσεις και οι αντισταθμιστικές πολιτικές δεν φτάνουν ποτέ επαρκώς στους πιο ευάλωτους.

Τέλος, η επιμονή στην αναβολή ή τη μείωση παροχών μπορεί να διαβρώσει τη βασική κοινωνική συμφωνία πάνω στην οποία χτίστηκαν τα ευρωπαϊκά κράτη πρόνοιας: την υπόσχεση ότι, μετά από δεκαετίες εργασίας και εισφορών, κάθε πολίτης δικαιούται αξιοπρεπή σύνταξη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΜΑΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ NEA