Ένας στους τέσσερις πολίτες στην Ελλάδα ζούσε το 2024 σε νοικοκυριό με συνθήκες συνωστισμού ή πιο συγκεκριμένα το 27%, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το αντίστοιχο του 2023 (26,9%) και μειωμένο σε σχέση με του 2022 (28%). Η χώρα μας παρουσιάζει μια σχετική σταθερότητα σε αυτά τα ποσοστά καθώς πριν από μαι δεκαετία, το 2015, το ποσοστό ήταν στο 28,1% το 2020 ανέβηκε στο 29,0% και από τότε παρουσιάζει μια σχετική μείωση.
Πάνω από το 30% των ατόμων ζούσαν σε συνωστισμένα νοικοκυριά σε πέντε χώρες της ΕΕ
Σε επίπεδο ΕΕ, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 16,9 % ή περίπου 1 στους 7 στην ΕΕ, σημειώνοντας ελαφρά μείωση από το 18,1 % το 2014.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πάνω από το 30 % των ατόμων ζούσαν σε συνωστισμένα νοικοκυριά σε πέντε χώρες της ΕΕ. Η Ρουμανία παρουσίασε το υψηλότερο ποσοστό (40,7 %), ακολουθούμενη από τη Λετονία (39,3 %), τη Βουλγαρία (33,8 %), την Πολωνία (33,7 %) και την Κροατία (31,7 %). Σε επίπεδο Ευρώπης το υψηλότερο ποσοστό καταγράφηκε στη Σερβία με 46,6%.
Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά ατόμων σε ένα νοικοκυριό καταγράφηκαν στην Κύπρο (2,4 %), τη Μάλτα (4,4 %) και την Ολλανδία (4,6 %).

Ο δείκτης συνωστισμού νοικοκυριών (overcrowding rate) ορίζεται ως το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε συνθήκες συνωστισμού στο νοικοκυριό.
Ένα άτομο θεωρείται ότι ζει σε συνθήκες συνωστισμού εάν το νοικοκυριό του δεν διαθέτει ελάχιστο αριθμό δωματίων ίσο με:
• ένα δωμάτιο για το νοικοκυριό
• ένα δωμάτιο ανά ζευγάρι στο νοικοκυριό
• ένα δωμάτιο για κάθε άγαμο άτομο ηλικίας 18 ετών και άνω
• ένα δωμάτιο ανά ζευγάρι ατόμων του ίδιου φύλου ηλικίας μεταξύ 12 και 17 ετών
• ένα δωμάτιο για κάθε άγαμο άτομο ηλικίας μεταξύ 12 και 17 ετών που δεν περιλαμβάνεται στην προηγούμενη κατηγορία
• ένα δωμάτιο ανά ζευγάρι παιδιών ηλικίας κάτω των 12 ετών.
Πηγή: ΟΤ
