Δύο από τις μεγαλύτερες εταιρείες πετρελαίου της Ευρώπης, η Shell και η TotalEnergies, εξετάζουν το ενδεχόμενο να εγκαταλείψουν τα χρηματιστήρια του Λονδίνου και του Παρισιού, αντίστοιχα, για τη Wall Street, σε μια κίνηση που θα ανατρέψει εντελώς το σκηνικό στις ευρωπαϊκές αγορές.
Η βρετανική Shell είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία στον δείκτη FTSE 100 του Λονδίνου, αντιπροσωπεύοντας το 8,4% της συνολικής κεφαλαιοποίησής του, ενώ η γαλλική TotalEnergies είναι η τέταρτη μεγαλύτερη στον δείκτη CAC 40, αντιπροσωπεύοντας το 6% της αξίας του.
Παρά το ιδιαίτερο βάρος τους στις δύο αυτές χώρες της Ευρώπης, και οι δύο πετρελαϊκές εξέφρασαν πρόσφατα την απογοήτευσή τους για τη χαμηλή αξία των μετοχών τους σε σύγκριση με τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες των ΗΠΑ και διατύπωσαν την ιδέα να μεταφέρουν την εισαγωγή των μετοχών τους στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Οι μετοχές της TotalEnergies και της Shell διαπραγματεύονται με αναλογία τιμής προς ταμειακά διαθέσιμα 4,7 και 5,2 αντίστοιχα, σύμφωνα με το CNN, σε σύγκριση με την αναλογία 8,4 για την Exxon Mobil και 7,6 για τη Chevron στη Wall Street. Όσο χαμηλότερη είναι η αναλογία, τόσο πιο πιθανό είναι μια μετοχή να είναι υποτιμημένη.
Ο Αλαστέρ Σιμ, διευθύνων σύμβουλος της παγκόσμιας έρευνας ενεργειακών μετοχών στη Citi, σημειώνει ότι η Shell και η TotalEnergies διαπραγματεύονται εδώ και καιρό σε χαμηλές τιμές. Αλλά αυτό το χάσμα έφτασε στο μεγαλύτερο σημείο πριν από περίπου δύο χρόνια, αντανακλώντας μια ευρύτερη απόκλιση μεταξύ των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών πετρελαϊκών μετοχών.
Οι εταιρείες που είναι εισηγμένες σε χρηματιστήρια των ΗΠΑ απολαμβάνουν πρόσβαση σε μεγαλύτερη δεξαμενή κεφαλαίων, είπε ο Σιμ μιλώντας στο CNN. Οι επενδυτές θα ήταν «πολύ πιο άνετα» να αγοράζουν ευρωπαϊκές εταιρείες ενέργειας εάν αποτελούσαν μέρος του πιο πολύτιμου δείκτη αναφοράς S&P 500 των αμερικανικών μετοχών, σύμφωνα με τον Σιμ.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της TotalEnergies, Πάτρικ Πουγιάν, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι η πετρελαϊκή εταιρεία του διερευνά «σοβαρά» τη μεταφορά της εισαγωγής της στη Νέα Υόρκη και ότι θα συζητήσει μια τέτοια προοπτική με το διοικητικό της συμβούλιο τον Σεπτέμβριο.
«Υπήρξε μια συζήτηση… με το διοικητικό συμβούλιο για το θέμα της εισαγωγής στο χρηματιστήριο των ΗΠΑ», είπε σε αναλυτές σε τηλεφωνική επικοινωνία. «Είναι σαφές ότι στον τομέα της ενέργειας και του πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι μέτοχοι σε ΗΠΑ και Ευρώπη δεν αγοράζουν τις μετοχές με τον ίδιο τρόπο».
Από την άλλη, ο διευθύνων σύμβουλος της Shell, Βάελ Σάουαν είπε στο Bloomberg τον Μάρτιο ότι η εταιρεία του ήταν «υποτιμημένη» σε σχέση με τη Chevron και την Exxon Mobil. Εάν, μετά από μια πολύπλευρη προσπάθεια για την ενίσχυση της αξίας της μετοχής της, «ακόμα δεν βλέπουμε ότι το χάσμα κλείνει, πρέπει να εξετάσουμε όλες τις επιλογές», πρόσθεσε.
Σε μια κλήση αποτελεσμάτων με αναλυτές την περασμένη εβδομάδα, ο Σάουαν είπε ότι η μετακόμιση στη Wall Street «δεν ήταν μια πραγματική συζήτηση αυτή τη στιγμή», προσθέτοντας ότι η Shell επικεντρώθηκε στην επαναγορά των μετοχών της για να βοηθήσει στην εξομάλυνση της αξίας τους. Η εταιρεία ανακοίνωσε την Πέμπτη αγορά μετοχών αξίας 3,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων κατά τους επόμενους τρεις μήνες.
Το Λονδίνο μαραζώνει
Ωστόσο, η παραμικρή ένδειξη ότι η Shell μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει το Λονδίνο θα έχει συγκλονίσει την «υπό πολιορκία» κύρια χρηματαγορά της βρετανικής πρωτεύουσας.
Αρκετές εταιρείες έχουν ήδη εγκαταλείψει το Χρηματιστήριο του Λονδίνου για άλλες πόλεις ή έχουν επιλέξει τη Νέα Υόρκη για να εισέλθουν στο χρηματιστήριο τα τελευταία χρόνια. Ανάμεσά τους η βρετανική εταιρεία παραγωγής ημιαγωγών Arm, η οποία σημείωσε τη μεγαλύτερη αρχική δημόσια προσφορά (IPO) του 2023 όταν εισήχθη στο Nasdaq της Νέας Υόρκης τον Σεπτέμβριο.
Σύμφωνα με τον Κρις Μπεκάμπ, επικεφαλής αναλυτή αγοράς στην πλατφόρμα συναλλαγών IG, μια έξοδος της Shell και της TotalEnergies θα «πυροδοτήσει μια πλήρη κρίση» για τις αντίστοιχες εγχώριες χρηματιστηριακές αγορές τους, αλλά ιδιαίτερα για τις αγορές του Λονδίνου.
«(Η αποχώρηση της Shell) θα προκαλούσε ένα πλήγμα στον δείκτη FTSE 100. Η απώλεια τέτοιων εταιρειών απλώς θα ενίσχυε την ιδέα ότι υπάρχει ουσιαστικά ένα χρηματιστήριο για τον κόσμο, το αμερικανικό», είπε στο CNN.
Και αν η Shell αλλάξει ρότα, η BP – η έκτη μεγαλύτερη εταιρεία του FTSE 100 – μπορεί να την ακολουθήσει. «Εάν η Shell είχε μια τεράστια αύξηση στην αποτίμηση (μετά την εισαγωγή στη Νέα Υόρκη), μπορεί να το εξετάσει [και η ΒΡ]», τόνισε ο Σιμ στη Citi.
Η BP ανέφερε χαμηλότερα από τα αναμενόμενα κέρδη 2,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το πρώτο τρίμηνο την Τρίτη, μειωμένα κατά 45% από την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι λόγω, εν μέρει, της πτώσης των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Η απόδοση της επιχείρησης είναι αυτό που μας απασχολεί σήμερα, αντί της αποχώρησής μας από το Σίτι», δήλωσε την Τρίτη ο διευθύνων σύμβουλος της BP, Μιούρεϊ Αούσινκλος
«Δεν είναι στην ατζέντα μας. Εστιάζουμε μόνο στις τριμηνιαίες παραδόσεις», είπε στο Reuters.