Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο συμπίπτει με ένα τελείως διαφορετικό τοπίο στην παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου από αυτό που άφησε το 2020, ενώ οι πολιτικές που αναμένεται ότι θα εφαρμόσει εκτιμάται ότι θα επιφέρουν περαιτέρω αλλαγές.
Αυτό γράφει στους FT η Anne-Sophie Corbeau, η παγκόσμια ερευνήτρια στο Κέντρο Παγκόσμιας Ενεργειακής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και πρώην επικεφαλής ανάλυσης αερίου στην BP, σύμφωνα με την οποία η έκταση των αλλαγών συνδέονται άμεσα με τις επιδράσεις στην πολύπλοκη αλληλεπίδραση δυνάμεων στον κλάδο.
Οι αλλαγές από το 2020 μέχρι σήμερα
Στη διάρκεια της διακυβέρνησης Μπάιντεν, το 2023, οι ΗΠΑ έγιναν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας LNG και αναμένεται να παραμείνουν κυρίαρχοι, γράφει η ερευνήτρια, η οποία εκτιμά ότι μέχρι το 2030, οι ΗΠΑ θα αντιπροσωπεύουν το 24% των παγκόσμιων εξαγωγών.
Μια άλλη βασική αλλαγή είναι ότι η ΕΕ εισήγαγε περίπου 50 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα LNG περισσότερο το 2023 από ό,τι το 2020, ανεβάζοντας το σύνολο πέρυσι σε περίπου 130 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Από το σύνολο αυτών των εισαγωγών, το ποσοστό που αναλογεί σε αμερικανική παραγωγή διπλασιάστηκε από 23% το 2020 σε περίπου 47% το 2023, στο πλαίσιο της προσπάθειας της Ευρώπης να απεξαρτηθεί από το ρωσικό αέριο μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Το πραγματικό επίπεδο των εισαγωγών μειώθηκε το 2024, λόγω ασθενέστερης ζήτησης και υψηλότερων αποθεμάτων στις αποθήκες της ΕΕ. Ωστόσο, είναι πιθανό να υπάρξει ανάκαμψη το επόμενο έτος, καθώς λήγει η συμφωνία διαμετακόμισης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας για τη μεταφορά φυσικού αερίου στην ΕΕ.
Τα σενάρια με κυβέρνηση Τραμπ
Η ενεργειακή ερευνήτρια επισημαίνει ότι περισσότερο LNG των ΗΠΑ θα εισέλθει πιθανότατα στην αγορά μετά το 2030, καθώς ο Τραμπ πιθανότατα θα ανακαλέσει αμέσως μια από τις πιο αμφιλεγόμενες αποφάσεις της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν για την ενέργεια, διευκολύνοντας τις εξαγωγές και τη χορήγηση αδειών για νέες υποδομές υγροποίησης.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, ορισμένες από τις εξαγγελίες του Τραμπ υποδηλώνουν μείωση των εξαγωγών LNG των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Πρώτον, τα σχέδια του Τραμπ να επιβάλει δασμούς σε αγαθά που εισάγονται στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να πλήξουν την ευρωπαϊκή βιομηχανία και ανάπτυξη. Μια τέτοια εξέλιξη θα σημαίνει και μείωση των ενεργειακών αναγκών και άρα των εισαγωγών αμερικανικού LNG.
Δεύτερον, οι αμερικανικές εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου ασκούν πιέσεις για την άρση των κυρώσεων που επιβλήθηκαν από την κυβέρνηση Μπάιντεν για διαρροές μεθανίου κατά την παραγωγή. Αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει δυσμενώς τα περιβαλλοντικά διαπιστευτήρια του LNG των ΗΠΑ απέναντι στους πελάτες τους ανά τον κόσμο, ιδίως στην ΕΕ η οποία με την ισχύουσα νομοθεσία απαιτεί από τις εταιρείες πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα να παρακολουθούν, να αναφέρουν και να επαληθεύουν τις εκπομπές μεθανίου σε όλο το εύρος της. Αυτοί οι κανόνες θα ισχύουν επίσης για τους εισαγωγείς ορυκτών καυσίμων από το 2025.
Πάντως, σύμφωνα με την Anne-Sophie Corbeau, ορισμένες αμερικανικές εταιρείες είναι πρόθυμες να διαθέσουν αέριο σχετικά χαμηλών εκπομπών στην Ευρώπη, κατά συνπέπεια το πώς αυτός ο νέος κανονισμός θα επηρεάσει τελικά το LNG των ΗΠΑ θα εξαρτηθεί και από αυτό.
Ο ρόλος του ουκρανικού
Μία από τις μεγαλύτερες αβεβαιότητες για το πώς θα εξελιχθεί η σχέση ΗΠΑ-ΕΕ σε σχέση με το LNG είναι τι θα συμβεί με την Ουκρανία και τις μελλοντικές εξαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου.
Δεδομένης της προηγούμενης ιστορίας του Τραμπ να επικρίνει την εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο, δεν φαίνεται πιθανό ότι θα ήθελε περισσότερο ρωσικό αέριο να επιστρέψει στην αγορά της Ευρώπης. Ωστόσο, μια ειρηνευτική διευθέτηση -ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι θα λήξει τον πόλεμο σε μια ημέρα- θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα status quo με το αέριο του ρωσικού αγωγού να συνεχίζει να ρέει σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Αυστρία, η Ουγγαρία και η Σλοβακία.
Το δεύτερο σημαντικό ερώτημα είναι εάν ο Τραμπ θα διατηρήσει τις κυρώσεις που επέβαλε η απερχόμενη κυβέρνηση στο εμβληματικό έργο του Βλαντιμίρ Πούτιν για το φυσικό αέριο στην Αρκτική. Ο Πούτιν μπορεί να θέλει να συμπεριλάβει την άρση αυτών των μέτρων στο έργο Arctic LNG 2 ως μέρος μιας ειρηνευτικής διευθέτησης.
Τέλος, εάν υπάρχουν περισσότερες εξαγωγές LNG από τις ΗΠΑ και μια λιγότερο υποστηρικτική πολιτική για την καθαρή ενέργεια, η αύξηση της ζήτησης αμερικανικού αερίου που θα προέκυπτε θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των τιμών. Εδώ μπαίνει ο εσωτερικός παράγοντας των αμερικανών καταναλωτών οι οποίες θέλουν το φυσικό αέριο να παραμείνει φθηνό, ενώ το ακριβό LNG των ΗΠΑ δεν θα μπορούσε να κερδίσει μερίδιο αγοράς, ιδιαίτερα σε ασιατικές αγορές που είναι πιο ευαίσθητες απέναντι σε υψηλές τιμές. Σε αυτό τον σημείο μπορεί να χρειαστεί πολιτικός υπολογισμός, καταλήγει η ενεργειακή ερευνήτρια.
Πηγή: ΟΤ